main content graphic
preloader icon

ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ ΓΙΑ ΕΣΑΣ

Τηλεϊατρική και σακχαρώδης διαβήτης
21 Ιανουαρίου 2024
Τηλεϊατρική και σακχαρώδης διαβήτης
Τηλεϊατρική και σακχαρώδης διαβήτης
Αθανασία K. Παπαζαφειροπούλου 
Α΄ Παθολογικό Τμήμα & Διαβητολογικό Κέντρο Γ.Ν.Π. Τζάνειο, Πειραιάς

Η τηλεϊατρική περιλαμβάνει τη σύγχρονη ή ασύγχρονη συμβουλευτική που επιτρέπει στους ασθενείς στο σπίτι ή σε άλλες τοποθεσίες να επικοινωνούν με τους επαγγελματίες υγείας, χρησιμοποιώντας συσκευές, όπως είναι τα κινητά τηλέφωνα και οι υπολογιστές. Η τηλεϊατρική μπορεί να ταξινομηθεί, περαιτέρω, ανάλογα με τον τρόπο (κείμενο, βίντεο και ήχο), τον χρόνο (σύγχρονο και ασύγχρονο) και τον σκοπό (πρώτη και επακόλουθη διαβούλευση) της επικοινωνίας. Για μια χρόνια ασθένεια όπως ο διαβήτης, που απαιτεί τη συνεχή παρακολούθηση του ατόμου με διαβήτη από τον ιατρό του, η τηλεϊατρική αποτελεί μια εναλλακτική λύση για ασθενείς που αναζητούν ιατρική καθοδήγηση εξ αποστάσεως.
Τα δεδομένα της βιβλιογραφίας μέχρι τώρα, αν και είναι ακόμη περιορισμένα, δείχνουν ότι η χρήση της τηλεϊατρικής σχετίζεται με σημαντικές βελτιώσεις στην HbA1c για ασθενείς με διαβήτη τύπου 1 (ΣΔ1) και τύπου 2 (ΣΔ2), σε σύγκριση με τη συνήθη φροντίδα, μαζί με την ικανοποίηση που αναφέρθηκε από τους ασθενείς. Μια μετα-ανάλυση 35 τυχαιοποιημένων ελεγχόμενων κλινικών δοκιμών (randomized controlled trials, RCTs) από την Κίνα έδειξε μείωση της HbA1c κατά 0,37% στην ομάδα της τηλεϊατρικής (βίντεο, τηλέφωνο και ηλεκτρονικό ταχυδρομείο) σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου. Αντίστοιχα, μια ανασκόπηση της βάσης δεδομένων Cochrane, που περιελάμβανε 21 RCTs, έδειξε μεγαλύτερη μείωση της HbA1c (κατά 0,31%) σε ασθενείς με διαβήτη των οποίων η παρακολούθηση έγινε μέσω της τηλεϊατρικής σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου. Σε μια πρόσφατα δημοσιευμένη ανασκόπηση 46 μελετών με ασθενείς με ΣΔ2 και ΣΔ1, έδειξε μείωση της HbA1c στην ομάδα της τηλεϊατρικής τόσο για τους ασθενείς με ΣΔ2 (0,12 έως 0,86%) όσο και για τους ασθενείς με ΣΔ1 (0,01% έως 1,13%). Τέλος, μια μετα-ανάλυση, σε 3.000 ασθενείς με ΣΔ1 και ΣΔ2 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η τηλεϊατρική είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική στη διαχείριση του διαβήτη, ιδιαίτερα στα άτομα με ΣΔ2, με τη μεγαλύτερη ηλικία και διάρκεια του ΣΔ2 να αποτελούν τους κύριους προγνωστικούς παράγοντες ευνοϊκών εκβάσεων.
Αξιοσημείωτο είναι ότι η ψηφιακή επανάσταση που παρατηρήθηκε τα τελευταία χρόνια στον τομέα του διαβήτη (αντλίες ινσουλίνης, αισθητήρες γλυκόζης, συστήματα συνεχούς καταγραφής, εφαρμογές smartphones) έκανε τη χρήση της τηλεϊατρικής κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 έναν χρήσιμο και εύκολο τρόπο για τη διαχείριση των ασθενών με διαβήτη. Πιο συγκεκριμένα, η τηλεϊατρική είναι ένας εύκολος και ιδιαίτερα χρήσιμος τρόπος παρακολούθησης ασθενών με ΣΔ1, καθώς οι περισσότεροι από αυτούς, κυρίως οι νεότεροι, χρησιμοποιούν ήδη τα υπάρχοντα λογισμικά παρακολούθησης και συνεχούς καταγραφής της γλυκόζης αίματος και να είναι δυνατή η απομακρυσμένη παρακολούθηση τους μέσω τηλεφώνου, βιντεοκλήσεων ή εφαρμογών smartphones.
Τέλος, ένας άλλος τομέας στον οποίο η τηλεϊατρική έχει οφέλη είναι ο διαβήτης της κύησης. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας οι φυσικές επισκέψεις μπορεί να ενέχουν τον κίνδυνο προσβολής από τον κορωνοϊό για την έγκυο γυναίκα και επομένως η τηλεϊατρική έχει μεγάλη σημασία για την παρακολούθηση τους. Τα παραπάνω επιβεβαιώθηκαν σε μια μετα-ανάλυση 32 RCTs η οποία έδειξε ότι η χρήση της τηλεϊατρικής για την παρακολούθηση γυναικών με διαβήτη κύησης κατά τη διάρκεια της πανδημίας συσχετίστηκε με σημαντικές βελτιώσεις στον γλυκαιμικό έλεγχο και κυρίως με επιτυχή έκβαση της κύησης.
Η τηλεϊατρική αναγνωρίστηκε γρήγορα ως ένα χρήσιμο εργαλείο κατά την εποχή της πανδημίας COVID-19 τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια περίθαλψη. Οι ασθενείς με διαβήτη ήταν μία από τις ομάδες ασθενών με χρόνιες παθήσεις που έλαβαν τα ευεργετικά αποτελέσματα της τηλεϊατρικής.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Θυρεοειδική δυσλειτουργία και Μεταβολικό σύνδρομο. Μια αμφίδρομη σχέση;
10 Δεκεμβρίου 2023
Θυρεοειδική δυσλειτουργία και Μεταβολικό σύνδρομο. Μια αμφίδρομη σχέση;

Θυρεοειδική δυσλειτουργία καιΜεταβολικό σύνδρομο. Μια αμφίδρομη σχέση;

Μαρία Δημητρίου, ΤμήμαΑνοσολογίας-Ιστοσυμβατότητας, Γ.Ν.Ν.Π. «Άγιος Παντελεήμων», Πειραιάς

Ηθυρεοειδική δυσλειτουργία και το μεταβολικό σύνδρομο είναι από τις πιο κοινέςενδοκρινικές διαταραχές, ενώ σχετίζονται με σημαντική νοσηρότητα καιθνησιμότητα. Οι διαταραχές του θυρεοειδούς αδένα επηρεάζουν μεταξύ άλλων, ταλιπίδια, το μεταβολισμό της γλυκόζης, την αρτηριακή πίεση, το σωματικό βάρος.Όλα τα προαναφερθέντα συνδέονται με μεταβολικές παραμέτρους και επομένωςοδηγούν σε ανάπτυξη ή επιδείνωση ήδη υπάρχοντος μεταβολικού συνδρόμου. Τομεταβολικό σύνδρομο συνδέεται άρρηκτα με την αντίσταση στην ινσουλίνη και τηνπαχυσαρκία και τα δύο εκ των οποίων επηρεάζονται από τις θυρεοειδικές ορμόνες. Σεαρκετές μελέτες έχει περιγραφεί σύνδεση της παχυσαρκίας και της  δυσλειτουργίας του θυρεοειδούς.  Η σχέση ωστόσο μεταξύ δυσλειτουργίας τουθυρεοειδούς και μεταβολικού συνδρόμου/αντίστασης στην ινσουλίνη δεν είναι ακόμησαφώς καθορισμένη. Όμως στους παχύσαρκους ασθενείς, η χρόνια φλεγμονή χαμηλούβαθμού στο λιπώδη ιστό που εκκρίνει κυτταροκίνες έχει προταθεί ως ένας από τουςκοινούς μηχανισμούς στις δύο οντότητες γεγονός που ενισχύεται περαιτέρω από τηνύπαρξη κοινών βιοδεικτών όπως είναι η αυξημένη hs-CRP, η ΙL-6 και η παρουσία αυτοαντισωμάτων. Μία νέαπροσέγγιση που κερδίζει ολοένα έδαφος είναι ότι το μεταβολικό σύνδρομο μπορείνα μην είναι απαραίτητα συνέπεια της δυσλειτουργίας του θυρεοειδούς, αλλά ότι ηδυσλειτουργία του θυρεοειδούς μπορεί να προκύψει από τις επιπτώσεις τουμεταβολικού συνδρόμου. Αυξημένη TSHπουσχετίζεται με ελαφρώς αυξημένη Τ3 παρατηρείται συχνά σε παχύσαρκα άτομα, ειδικάσε αυτά με σοβαρή νοσογόνο παχυσαρκία. Η επικάλυψη μεταξύ των δύο διαγνώσεωνείναι κοινή, δικαιολογώντας μια υψηλή συσχέτιση μεταξύ τους, ωστόσο ηαποσαφήνιση του τι αποτελεί την αιτία και τι την συνέπεια δεν τεκμηριώνεταιεπαρκώς ακόμη από την τρέχουσα βιβλιογραφία. Οι θυρεοειδικές ορμόνες, ειδικά ηΤ3, εμπλέκονται στον έλεγχο του μεταβολικού ρυθμού με διάφορους μηχανισμούς.Ασκούν άμεση επίδραση στη χρήση του ΑΤP, έχουνινότροπες και χρονότροπες δράσεις, επίσης ελέγχουν τη θερμοκρασία του πυρήνατου σώματος, την όρεξη, τη συμπαθητική δραστηριότητα και τη μιτοχονδριακήβιογένεση. Επιπλέον άλλοι μεταβολίτες των θυρεοειδικών ορμονών έχει αποδειχτείότι αποτρέπουν την επαγόμενη από δίαιτα υψηλή σε λιπαρά παχυσαρκία, μέσωαύξησης της ενεργειακής δαπάνης και της ευόδωσης αντιλιπογόνων μονοπατιών στολευκό λιπώδη ιστό.

Ηλεπτίνη, ορμόνη που παράγεται από το λιπώδη ιστό, δρα κυρίως στουςυποθαλαμικούς νευρώνες και προκαλεί κορεσμό ενώ αυξάνει την ενεργειακή δαπάνη.Ωστόσο πολλοί παχύσαρκοι έχουν υπερλεπτιναιμία αλλά είναι ανθεκτικοί στηνανορεξιογόνο κεντρική δράση της. Επίσης η λεπτίνη ρυθμίζει την παραγωγή ορμονώνστον υποθάλαμο και φαίνεται να επηρεάζει διεγερτικά τους νευρώνες που είναιυπεύθυνοι για την απελευθέρωση TRHεπηρεάζοντας κατ’ επέκταση και όλο τον άξονα. Έτσι η λεπτίνη μπορεί να ρυθμίζειτις δράσεις των θυρεοειδικών ορμονών στους ιστούς στόχους, αλλά και ηδιατροφική κατάσταση όπως και η κατάσταση του θυρεοειδούς αδένα τροποποιούν τιςαποκρίσεις στη λεπτίνη. Περαιτέρω μελέτες απαιτούνται για να αποσαφηνιστεί ησχέση λεπτίνης και θυρεοειδούς. Η TSHέχειαποδειχθεί ότι δρα απευθείας στο λιπώδη ιστό που εκφράζει υποδοχείς της. Σε μελέτησε διαφοροποιημένα ανθρώπινα λιποκύτταρα, η TSH, φαίνεται να προκαλεί λιπόλυση και να αναστέλλειτη σηματοδότηση της ινσουλίνης μέσω της φωσφορυλίωσης της πρωτεϊνικής κινάσης Β,η οποία μπορεί να συμβάλλει στην αντίσταση στην ινσουλίνη. Ωστόσο σε άλλημελέτη φάνηκε ότι η TSHδιεγείρειτη διαφοροποίηση και τη λιπογένεση των λιποκυττάρων. Σε συμφωνία με αυτό ήρθεκαι ερευνητική εργασία σε ποντίκια, τα οποία δεν εξέφραζαν υποδοχείς της TSH, ήταν υπό συμπληρώματα θυρεοειδικώνορμονών και ταυτόχρονα σε δίαιτα υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά. Αυτά εμφάνισαναντίσταση στη παχυσαρκία. Και εδώ αναμένονται αποτελέσματα περαιτέρω έρευνας. Ηδυσλειτουργία του θυρεοειδούς σε παχύσαρκα άτομα μπορεί να οφείλεται σε ήπιαεπίκτητη αναστρέψιμη κεντρική αντίσταση στη θυρεοειδική ορμόνη. Σε μελέτη πουδιερεύνησε την επίδραση της απώλειας βάρους μετά από βαριατρικό χειρουργείο στιςθυρεοειδικές ορμόνες φάνηκε ότι η αντίσταση σε αυτές μειώθηκε μετά την επέμβασηόπως επίσης μειώθηκε και η CRP. Σεπαχύσαρκες γυναίκες με υποκλινικό υποθυρεοειδισμό και θυρεοειδίτιδα Hashimoto ο επιπολασμός μεταβολικούσυνδρόμου  ήταν υψηλότερος σε σχέση μεπαχύσαρκα άτομα που δεν εμφάνιζαν αυτοαντισώματα anti-TPO.

Ουποθυρεοειδισμός σχετίζεται με περιφερική αντίσταση στην ινσουλίνη και στοναντίποδα ο υπερθυρεοειδισμός αυξάνει την υπεργλυκαιμία λόγω αύξησης τηςηπατικής παραγωγής. Η Τ3 δρα απευθείας στο ήπαρ ρυθμίζοντας γονίδια πουεμπλέκονται στην ηπατική γλυκονεογένεση, το μεταβολισμό του γλυκογόνου και τησηματοδότηση της ινσουλίνης. Επιπλέον δρα κεντρικά στον υποθάλαμο αυξάνοντας τησυμπαθητική ροή στο ήπαρ. Κατά συνέπεια στο ήπαρ υπάρχει μείωση της σύνθεσηςγλυκογόνου και αύξηση της γλυκονεογένεσης και της γλυκογονόλυσης που οδηγεί σεαύξηση της παραγωγής γλυκόζης. Η Τ3 αυξάνει τη μετατόπιση του μεταφορέα 4 τηςγλυκόζης GLUT4 στηνπλασματική μεμβράνη, στους σκελετικούς μυς και στον λιπώδη ιστό η οποίασχετίζεται με καλύτερη ανοχή στη γλυκόζη. Ο υπερθυρεοειδισμός φαίνεται ναβλάπτει τη διεγειρόμενη από τη γλυκόζη έκκριση ινσουλίνης και να επιταχύνει τηναποδόμησή της. Σε πειραματική μελέτη με κυτταροκαλλιέργειες οι υψηλέςσυγκεντρώσεις Τ3 προκαλούσαν απόπτωση και θάνατο κυτταρικών παγκρεατικών σειρώνπου παρήγαγαν ινσουλίνη.

Οι θυρεοειδικέςορμόνες δρουν στα αγγεία και στην καρδιά και όπως προαναφέρθηκε έχουν ινότροπηκαι χρονότροπη δράση. Οι ασθενείς με υπερθυρεοειδισμό εμφανίζουν ταχυκαρδία,αυξημένη συσταλτικότητα της καρδιάς και μειωμένο καρδιακό μεταφορτίο μεαποτέλεσμα αυξημένη καρδιακή παροχή, η οποία οδηγεί σε συστολική υπέρταση. Οιυποθυρεοειδικοί από την άλλη μπορεί να εμφανίσουν διαστολική υπέρταση, πουσχετίζεται με διαταραχή της ενδοθηλιακής αγγειοδιαστολής. Επίσης σε αυτούς τουςασθενείς παρατηρούνται αλλαγές στη μικροκυκλοφορία όπως μείωση της ταχύτηταςροής του αίματος και διαταραχή της αγγειοδιαστολής μετά από σύντομη περίοδοισχαιμίας. Επιπλέον παρατηρείται μείωση του μυϊκού τόνου ως αποτέλεσμαεπίδρασης της παραγωγής μονοξειδίου του αζώτου και άλλων ρυθμιστικών παραγόντων.Επιπροσθέτως οι δράσεις των θυρεοειδικών ορμονών στο κεντρικό νευρικό σύστημα επηρεάζουντην αυτόνομη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης.    

Τομεταβολικό σύνδρομο σχετίζεται με δυσλιπιδαιμία. Οι θυρεοειδικές ορμόνες και οιυποδοχείς τους έχουν ποικίλες επιδράσεις και στο μεταβολισμό των λιπιδίων.Είναι γνωστό ότι στον υποθυρεοειδισμό παρατηρείται υπερχοληστερολαιμία πουχαρακτηρίζεται από αυξημένα επίπεδα LDL-c. Από μελέτες φάνηκε ότι η έκφραση συγκεκριμένωνισομορφών των ειδικών υποδοχέων των θυρεοειδικών ορμονών εμπλέκεται στομεταβολισμό των λιπιδίων. Σε μελέτες παρατήρησης αναφέρεται επίσης υψηλήσυσχέτιση ακόμη και ήπιου υποκλινικού υποθυρεοειδισμού με υψηλά τριγλυκερίδια,ολική χοληστερόλη και LDL-c.

Aπoμένουνπολλά να μάθουμε ακόμη πριν καταλήξουμε σε πρακτικά συμπεράσματα. Μελέτεςκοόρτης βασισμένες σε μεγάλο πληθυσμό με παρακολούθηση για μεγάλο χρονικόδιάστημα απαιτούνται για να προσδιοριστεί η σημασία της δυσλειτουργίας τουθυρεοειδούς, ιδιαίτερα σε υποκλινικές μορφές και η συσχέτισή της με τομεταβολικό σύνδρομο καθώς και το κατά πόσο επηρεάζει ή επηρεάζεται από τοτελευταίο.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1.    Mehran L., Amouzegar A, Azizi F. Thyroid disease andthe metabolic syndrome. Curr Opin Endocronol Diabetes Obes 2019; 26: 256-265

2.    Vaitikus JA, Farrar JS, Celi FS. Thyroid hormonemediated modulation of energy expenditure. Eur J ClinNutr 2019; 73: 166-171

3.    Mullur R, Liu YY, Brent GA. Thyroid hormoneregulation of metabolism. Physiol Rev 2014; 94: 355-382. 

4.       MünzbergH, Flier JS, Bjørbaek C. Region-specific leptin resistance within thehypothalamus of diet-induced obesemice. Endocrinology 2004; 145: 4880-4899.

5.    Klieverik LP, Janssen SF, van Riel A, etal. Thyroid hormone modulates glucose production via a sympathetic pathwayfrom the hypothalamic paraventricular nucleus to the liver. Proc Natl AcadSci U S A 2009; 106: 5966.

6.     Ximenes HM, Lortz S, Jörns A, etal. Triiodothyronine (T3)-mediated toxicity and induction of apoptosis ininsulin-producing INS-1 cells. Life Sci 2007; 80: 2045-2050.

7.    Samuel S, Zhang K, Tang YD, etal. Triiodothyronine potentiates vasorelaxation via PKG/VASP signaling invascular smooth muscle cells. Cell Physiol Biochem 2017; 41:1894-1904. 

Li X, Meng Z, Jia Q,Ren X. Effect of L-thyroxine treatment versus a placebo on serum lipid levelsin patients with sub-clinical hypothyroidism. Biomed Rep 2016;
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου 1, Οινοπνευματώδη Ποτά & Υπογλυκαιμία
18 Νοεμβρίου 2023
Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου 1, Οινοπνευματώδη Ποτά & Υπογλυκαιμία
Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου 1, Οινοπνευματώδη Ποτά & Υπογλυκαιμία

Άννα Μωυσίδη, Διαιτολόγος – Διατροφολόγος με ειδίκευση στο Διαβήτη και την Παχυσαρκία, MSc 

Αθανασία Κ. Παπαζαφειροπούλου, Παθολόγος με εξειδίκευση στο Διαβήτη, MSc, PhD
Επιμελήτρια Α’, Α΄ Παθολογικό & Διαβητολογικό Κέντρο Γενικού Νοσοκομείου Πειραιά ‘’Τζάνειο’’

Είναι ευρέως γνωστό πως η κατανάλωση αλκοόλ από ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρή υπογλυκαιμία, επηρεάζοντας σημαντικά τις γνωστικές λειτουργίες του ατόμου και τον γλυκαιμικό του έλεγχο. Σε κάθε περίπτωση όμως δεν χρειάζεται να δημιουργείται ανησυχία, καθώς, η σωστή ενημέρωση πάνω στο εν λόγω θέμα βοηθά να αποφευχθούν τέτοια φαινόμενα. Αρχικά, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε πλήρως τους λόγους για τους οποίους η υπέρμετρη κατανάλωση αλκοόλ συνδέεται με την εμφάνιση υπογλυκαιμίας και ποιες πρακτικές αυτοδιαχείρισης μπορεί να αναπτύξει το άτομο με διαβήτη ώστε να είναι ασφαλές. 

Αλκοόλ & Υπογλυκαιμία: 
Συγκεκριμένα, φαίνεται πως όταν η λήψη αλκοόλ είναι ελεγχόμενη και συνδυάζεται με κάποιο γεύμα δεν προκαλείται ιδιαίτερη απορρύθμιση του σακχάρου αίματος. Μάλιστα, σε κάποιες περιπτώσεις, μικρή ποσότητα αλκοόλ θα μπορούσε να αυξήσει την ινσουλινοευαισθησία μειώνοντας τη μεταγευματική υπεργλυκαιμία. Στην περίπτωση όμως που το άτομο είναι νηστικό και δεν υπάρχουν τα απαραίτητα αποθέματα ενέργειας, ο οργανισμός καλείται να εξασφαλίσει στον εγκέφαλο καύσιμο για τη λειτουργία του μέσω διεργασιών που γίνονται στο ήπαρ (γλυκογονόλυση, γλυκονεογένεση). Με αυτό τον τρόπο η ενδογενώς παραγόμενη γλυκόζη κρατά τα επίπεδα του σακχάρου σε ικανοποιητικά επίπεδα. Ουσιαστικά, ο κίνδυνος εμφάνισης υπογλυκαιμίας δημιουργείται επειδή η αλκοόλη του ποτού τείνει να αναστείλει τις παραπάνω διεργασίες και τα αποθέματα γλυκογόνου είναι περιορισμένα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη σταδιακή μείωση των επιπέδων γλυκόζης στην αιματική κυκλοφορία και την εμφάνιση υπογλυκαιμίας μερικές ώρες μετά, ιδιαιτέρως εάν σκεφτούμε πως τα άτομα με ΣΔΤ1 κάνουν και χρήση ινσουλίνης. Περαιτέρω μείωση των τιμών σακχάρου προκαλεί και η ενδεχόμενη φυσική δραστηριότητα, όπως είναι ο χορός, που συνήθως συνδυάζεται με την κατανάλωση οινοπνευματώδη ποτών. Δεν θα πρέπει, επίσης, να ξεχνάμε πως η αλκοόλη του ποτού μπορεί να δράσει μειώνοντας τα επίπεδα γλυκόζης μέχρι και το επόμενο πρωί, λόγω της μειωμένης έκκρισης αυξητικής ορμόνης κατά τη διάρκεια της νύχτας.  

Συμπτώματα & Διαχείριση: 
Συνήθως τα άτομα με διαβήτη, υπό φυσιολογικές συνθήκες, θα αντιληφθούν τα συμπτώματα της υπογλυκαιμίας (εφίδρωση, αδυναμία, νευρικότητα, ταχυκαρδία) λαμβάνοντας τα απαραίτητα μέτρα πρόληψης όπως είναι η κατανάλωση υδατανθρακούχων τροφίμων και η άμεση διακοπή αλκοολούχων ποτών. Σε κάποιες περιπτώσεις όμως που τα προειδοποιητικά συμπτώματα δεν γίνονται αντιληπτά και η υπογλυκαιμία χαρακτηρίζεται ως ‘’ανεπίγνωστη’’, υπάρχει κίνδυνος εμφάνισης σοβαρού υπογλυκαιμικού επεισοδίου και διαβητικής κετοξέωσης. Δεν θα πρέπει, επίσης, να ξεχνάμε πως η μέθη και η υπογλυκαιμία έχουν κοινή συμπτωματολογία πράγμα που μπορεί να παρασύρει όχι μόνο το άτομο με διαβήτη αλλά και τους οικείους του, αγνοώντας την τακτική αυτομέτρηση σακχάρου αίματος. Όσον αφορά στη διόρθωση της υπογλυκαιμίας και την επαναφορά των τιμών γλυκόζης σε φυσιολογικά επίπεδα, καλό θα είναι να γνωρίζουμε πως ενδέχεται να υπάρξει μία καθυστέρηση διότι η λήψη αλκοόλ επηρεάζει την έκκριση των αντιρροπιστικών ορμονών (κορτιζόλη, αυξητική ορμόνη). Μάλιστα, η χρήση συνταγογραφούμενης γλυκαγόνης φαίνεται να μην έχει καμία επίδραση στη βελτίωση του σακχάρου αίματος διότι στην προκειμένη το ήπαρ είναι ‘’απασχολημένο’’ επειδή επεξεργάζεται την παρουσία αλκοόλ στον οργανισμό. 

Οινοπνευματώδη ποτά & Υδατάνθρακες:
Σε πολλές περιπτώσεις, τα αλκοολούχα ποτά ενδέχεται να περιέχουν υδατάνθρακες που τείνουν να αυξήσουν τις τιμές σακχάρου αίματος σαν πρώτη αντίδραση. Για το λόγο αυτό συστήνεται η σωστή προσαρμογή της δόσης της ινσουλίνης ανάλογα την περιεκτικότητα του ποτού σε υδατάνθρακες. Είναι βασική προϋπόθεση για το άτομο με διαβήτη να κατανοήσει πως το αλκοόλ επηρεάζει τη γλυκαιμική του ρύθμιση ώστε να μπορεί να επέμβει στη χορήγηση της δόσης της ινσουλίνης και να κάνει τις απαραίτητες αναπροσαρμογές (συνήθως μειώνοντας ελαφρώς τη δόση). 
   
Συμπερασματικά: 
Στα άτομα με ΣΔΤ1 συστήνεται η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ, πάντα σε συνδυασμό με κάποιο γεύμα. Μάλιστα, η ελεγχόμενη πρόσληψη μπορεί να επιφέρει ευεργετικά αποτελέσματα αυξάνοντας την ινσουλινοευαισθησία και μειώνοντας την εμφάνιση αθηροσκλήρωσης. Η υπερβολική ποσότητα αλκοόλ είναι που συνδέεται κυρίως με ινσουλινοαντίσταση, κακό γλυκαιμικό έλεγχο, σοβαρές υπογλυκαιμίες, διαβητική κετοξέωση και μειωμένη ποιότητα ζωής. Είναι σημαντικό να ενημερωθείτε από τη θεραπευτική ομάδα που σας παρακολουθεί: ποιες τιμές γλυκόζης προμηνύουν σοβαρή υπογλυκαιμία, ποιος είναι ο σωστός τρόπος αυτομέτρησης σακχάρου αίματος, πως θα αναπροσαρμόσετε τη δόση ινσουλίνης, ποια υδατανθρακούχα τρόφιμα χρειάζεστε για ώρα ανάγκης, ποια είναι η περιεκτικότητα των αλκοολούχων ποτών σε υδατάνθρακες και ποιες εναλλακτικές υπάρχουν. 



Βιβλιογραφία: 

Barnard KD, Dyson P, Sinclair JM, Lawton J, Anthony D, Cranston M, Holt RI. Alcohol health literacy in young adults with type 1 diabetes and its impact on diabetes management. Diabet Med. 2014 Dec;31(12):1625-30.

Emanuele NV, Swade TF, Emanuele MA. Consequences of alcohol use in diabetics. Alcohol Health Res World. 1998;22(3):211-9. 

MacNaught N, Holt P. Type 1 diabetes and alcohol consumption. Nurs Stand. 2015 Aug 12;29(50):41-7. 

Van de Wiel A. Diabetes mellitus and alcohol. Diabetes Metab Res Rev. 2004 Jul-Aug;20(4):263-7. 

White ND. Alcohol Use in Young Adults With Type 1 Diabetes Mellitus. Am J Lifestyle Med. 2017 Jul 26;11(6):433-435. 


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Τεχνητή νοημοσύνη και σακχαρώδης διαβήτης
18 Νοεμβρίου 2023
Τεχνητή νοημοσύνη και σακχαρώδης διαβήτης
Τεχνητή νοημοσύνη και σακχαρώδης διαβήτης
Αθανασία Κ. Παπαζαφειροπούλου
Α΄ Παθολογικό Τμήμα και Διαβητολογικό Κέντρο, Τζάνειο Γενικό Νοσοκομείο Πειραιά

Τι είναι η τεχνητή νοημοσύνη;
Η τεχνητή νοημοσύνση αναφέρεται στην ικανότητα μιας μηχανής να αναπαράγει τις γνωστικές λειτουργίες ενός ανθρώπου, όπως είναι η μάθηση, ο σχεδιασμός και η δημιουργικότητα. Η τεχνητή νοημοσύνη καθιστά τις μηχανές ικανές να 'κατανοούν' το περιβάλλον τους, να επιλύουν προβλήματα και να δρουν προς την επίτευξη ενός συγκεκριμένου στόχου. Ο υπολογιστής λαμβάνει δεδομένα (ήδη έτοιμα ή συλλεγμένα μέσω αισθητήρων, π.χ. κάμερας), τα επεξεργάζεται και ανταποκρίνεται βάσει αυτών. Τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης είναι ικανά να προσαρμόζουν τη συμπεριφορά τους, σε ένα ορισμένα βαθμό, αναλύοντας τις συνέπειες προηγούμενων δράσων και επιλύοντας προβλήματα με αυτονομία.
Είδη τεχνητής νοημοσύνης
Λογισμικά: εικονικοί βοηθοί, λογισμικό ανάλυσης εικόνας, μηχανές αναζήτησης, συστήματα αναγνώρισης προσώπου και ομιλίας
"Ενσωματωμένη τεχνητή νοημοσύνη": ρομπότ, αυτόνομα αυτοκίνητα, τηλεκατευθυνόμενα αεροσκάφη (drones), Διαδίκτυο των πραγμάτων (Internet of Things)
Η συμβατική τεχνητή νοημοσύνη εμπλέκει μεθόδους μηχανικής μάθησης (machine learning), που χαρακτηρίζονται από αυστηρούς μαθηματικούς αλγόριθμους και στατιστικές μεθόδους ανάλυσης. Διακρίνεται σε:
Έμπειρα ή Εξειδικευμένα συστήματα (Expert systems), που εφαρμόζουν προγραμματισμένες ρουτίνες λογικής, σχεδιασμένες αποκλειστικά για μία συγκεκριμένη εργασία, προκειμένου να εξαχθεί κάποιο συμπέρασμα. Για το σκοπό αυτό, διεξάγεται επεξεργασία μεγάλων ποσοτήτων γνωστών πληροφοριών.
Λογική κατά περίπτωση (Case based reasoning). Η επίλυση ενός προβλήματος βασίζεται στην προηγούμενη επίλυση παρόμοιων προβλημάτων.
Μπαϋεσιανά δίκτυα (Bayesian networks). Βασίζονται στη στατιστική ανάλυση για τη λήψη αποφάσεων.
Συμπεριφορική τεχνητή νοημοσύνη (Behavior based AI). Μέθοδος τεμαχισμού της λογικής διαδικασίας και στη συνέχεια χειροκίνητης οικοδόμησης του αποτελέσματος.
Η υπολογιστική τεχνητή νοημοσύνη βασίζεται στη μάθηση μέσω επαναληπτικών διαδικασιών (ρύθμιση παραμέτρων). Η μάθηση βασίζεται σε εμπειρικά δεδομένα και σε μη-συμβολικές μεθόδους. Διακρίνεται σε:
Τεχνητά νευρωνικά δίκτυα (Artificial neural networks) με πολύ ισχυρές δυνατότητες αναγνώρισης προτύπων (pattern recognition). Προσομοιάζουν τη λειτουργία των νευρώνων των εμβίων όντων.
Συστήματα Ασαφούς λογικής (Fuzzy logic systems). Αποτελούν τεχνικές λήψης απόφασης κάτω από αβεβαιότητα. Βασίζονται στην ύπαρξη μη-αυστηρά διαχωρισμένων καταστάσεων, των οποίων η βαρύτητα λαμβάνεται υπόψη κατά περίπτωση. Υπάρχουν ήδη πολλές εφαρμογές των τεχνικών αυτών.
Εξελικτική υπολογιστική (Evolutionary computation). Η ανάπτυξή τους προέκυψε από τη μελέτη των έμβιων οργανισμών και αφορούν σε έννοιες όπως του πληθυσμού, της μετάλλαξης και της φυσικής επιλογής (επιβίωση του πιο προσαρμοσμένου) για την ακριβέστερη επίλυση ενός προβλήματος. Οι μέθοδοι αυτοί μπορούν να διακριθούν περαιτέρω σε εξελικτικούς αλγόριθμους (evolutionary algorithms) και σε νοημοσύνης σμήνους (swarm intelligence), όπως π.χ. οι αλγόριθμοι που προσομοιάζουν τη συμπεριφορά μίας κοινωνίας μυρμηγκιών.
Η τεχνητή νοημοσύνη στην καθημερινότητά μας
Διαδικτυακές αγορές και διαφήμιση 
Διαδικτυακή αναζήτηση
Προσωπικοί ψηφιακοί βοηθοί
Αυτόματες μεταφράσεις
Έξυπνα σπίτια, πόλεις και υποδομές, Αυτοκίνητα
Τα συστήματα πλοήγησης βασίζονται, σε μεγάλο βαθμό, στην τεχνητή νοημοσύνη.
Κυβερνοασφάλεια / Καταπολέμηση της παραπληροφόρησης
Τρόφιμα και γεωργία
Δημόσια διοίκηση και υπηρεσίες
Υγεία. Η  ΤΝ μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ανάλυση δεδομένων υγείας και την ανίχνευση προτύπων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε νέες επιστημονικές ανακαλύψεις και να βελτιώσουν τους μεμονωμένους διαγνωστικούς ελέγχους.
Τεχνητή Νοημοσύνη & Ιατρική Ακρίβειας
Τεχνικές Τεχνητής Νοημοσύνης που κυμαίνονται από τη μηχανική έως τη βαθιά μάθηση είναι διαδεδομένες στην υγειονομική περίθαλψη για τη διάγνωση νόσων, την ανακάλυψη φαρμάκων και τον εντοπισμό κινδύνου για νόσους. Η Τεχνητή Νοημοσύνη διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην έγκαιρη αναγνώριση της νόσου αναλύοντας τεράστια αρχεία ασθενών (γενετικά, απεικονιστικά, περιβαλλοντικά δεδομένα, βιοχημικές αναλύσεις κ.λπ.) και χρησιμοποιώντας αλγόριθμους μηχανικής μάθησης για να μαθαίνουν από διάφορα σύνολα δεδομένων. Τέλος, οι αλγόριθμοι Τεχνητής Νοημοσύνης μπορούν να επεξεργαστούν μεγάλο όγκο δεδομένων και επομένως μπορούν να προσφέρουν δυνατότητες για εύρεση νέων βιοδεικτών, μοντέλων ταξινόμησης ασθενών, σχεδιασμού φαρμάκων και δημιουργίας περιβαλλόντων υλοποίησης κλινικών δοκιμών.
Τεχνητή Νοημοσύνη & σακχαρώδης διαβήτης
Η Τεχνητή Νοημοσύνη έχει αρχίσει να εφαρμόζεται ευρέως στον τομέα της υγείας, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης του διαβήτη. Υπάρχουν διάφοροι τρόποι με τους οποίους η Τεχνητή Νοημοσύνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη βελτίωση της παρακολούθησης, της διαχείρισης και της πρόληψης του διαβήτη.
Παρακολούθηση Γλυκόζης: Συστήματα παρακολούθησης συνεχούς γλυκόζης (CGM) που χρησιμοποιούν αλγόριθμους τεχνητής νοημοσύνης για να προβλέπουν τις μελλοντικές τιμές γλυκόζης και να παρέχουν προειδοποιήσεις σε περίπτωση υψηλών ή χαμηλών επιπέδων.
Υποστήριξη Αποφάσεων: Συστήματα που χρησιμοποιούν αλγόριθμους μηχανικής μάθησης για να προτείνουν εξατομικευμένες συμβουλές για διατροφή, άσκηση, και δόσεις φαρμάκων βάσει των ατομικών προφίλ των ασθενών.
Διαχείριση Θεραπειών: Εφαρμογές που χρησιμοποιούν τεχνητή νοημοσύνη για την προσαρμογή των θεραπειών διαβήτη, λαμβάνοντας υπόψη πολλούς παράγοντες όπως τις διατροφικές συνήθειες, τη φυσική δραστηριότητα και τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα.
Πρόβλεψη Επιπλοκών: Συστήματα που χρησιμοποιούν ανάλυση δεδομένων και μηχανική μάθηση για να προβλέπουν πιθανές επιπλοκές του διαβήτη, όπως υπογλυκαιμία ή υπεργλυκαιμία.
Τεχνητή Νοημοσύνη & Πρόληψη του Διαβήτη
Πολλά προγράμματα μηχανικής μάθησης έχουν αναπτυχθεί για τη διάγνωση του διαβήτη. Πρόσφατα ανακοινώθηκε πρόγραμμα κατάφερε να προβλέψει με ακρίβεια τον διαβήτη τύπου 2 από μόλις έξι έως 10 δευτερόλεπτα αναλύοντας απλά την φωνή του ασθενούς. Το πρόγραμμα εκπαιδεύθηκε για να εντοπίζει τις διαφορές στη φωνή ανάμεσα σε μη διαβητικά άτομα και σε άτομα με διαβήτη τύπου 2. Το σύστημα μπορεί να εντοπίζει περίπου 15 τέτοιες διαφορές που το ανθρώπινο αυτί δεν μπορεί να εντοπίσει όπως αλλαγές στην ένταση της φωνής, το ύψος (συχνότητες) της φωνής κ..α και στη συνέχεια συνδυάζει αυτά τα δεδομένα με βασικές πληροφορίες υγείας, όπως η ηλικία, το φύλο, το ύψος και το βάρος του ασθενούς. Το σύστημα κατάφερε μέσω της σχετικής εφαρμογής σε κινητό τηλέφωνο να εντοπίσει με επιτυχία 89% τις γυναίκες με διαβήτη τύπου 2 και με επιτυχία 86% τους άνδρες ασθενείς. Σύμφωνα με την επιστημονική ομάδα που ανέπτυξε το μοντέλο αυτό, είναι προφανές ότι θα χρειαστεί να γίνουν και νέες έρευνες μέχρι να μπορούμε να πούμε ότι το μοντέλο μπορεί πράγματι να διαγνώσει το διαβήτη τύπου 2, ωστόσο τα πρώτα αποτελέσματα είναι πολύ ενθαρρυντικά.
Τεχνητή Νοημοσύνη & Διαβήτης τύπου 1
Μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις στην καθημερινότητα των ατόμων με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 είναι ο κατά το δυνατόν σωστότερος υπολογισμός της γευματικής ινσουλίνης, κι αυτό γιατί απαιτεί πολύπλοκους υπολογισμούς, με συνεκτίμηση πολλών παραμέτρων, όπως η ποσότητα των υδατανθράκων του γεύματος, η περιεκτικότητα αυτού σε λίπος, η προγευματική τιμή γλυκόζης, η ανοδική ή καθοδική τάση αυτής, η προηγηθείσα  φυσική δραστηριότητα και πολλά άλλα. Με τις σύγχρονες αντλίες συνεχούς έκχυσης ινσουλίνης, οι οποίες συνοδεύονται από αισθητήρες συνεχούς καταγραφής γλυκόζης και εφαρμόζουν αλγόριθμους τεχνητής νοημοσύνης, οι ασθενείς με διαβήτη τύπου 1 μπορούν πια να έχουν μία σημαντικά βελτιωμένη ποιότητα ζωής. Ειδικότερα, οι σύγχρονες αντλίες συνεχούς χορήγησης ινσουλίνης έχουν την δυνατότητα μελετώντας τα δεδομένα γλυκόζης από τον αισθητήρα  να "μαθαίνουν" της ανάγκες των ατόμων με διαβήτη σε ινσουλίνη, ρυθμίζοντας -χωρίς ανθρώπινη- παρέμβαση το βασικό ρυθμό έκχυσης.

Τεχνητή Νοημοσύνη & Διαβητική Αμφιβληστροειδοπάθεια
Η τεχνολογία της Τεχνητής Νοημοσύνης ήδη έχει δώσει ιδιαίτερα ενθαρρυντικά αποτελέσματα στην πρόληψης και έγκαιρη διάγνωση της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας. Πρόκειται για συστήματα τα οποία βασιζόμενα σε αλγόριθμο σαρώνουν το βυθό του οφθαλμού και μπορούν να ¨ξεχωρίσουν¨ την φυσιολογική ή την παθολογική εικόνα. Ο αλγόριθμος, χρησιμοποιώντας ένα νευρωνικό δίκτυο, μπορεί να πετύχει διάγνωση της νόσου με υψηλή ακρίβεια. Το σύστημα μπορεί να ανιχνεύσει είτε την ήπια είτε την σοβαρή διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια, έχει εγκριθεί από το FDA και ενδείκνυται για χρήση από τους παρόχους υγειονομικής περίθαλψης. Τα εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης μπορούν να βοηθήσουν τους οφθαλμιάτρους να χειριστούν πολύ περισσότερα δεδομένα πολύ πιο γρήγορα και να δώσουν προτεραιότητα εκεί που πραγματικά απαιτείται. Έτσι εύκολα χωρίς την άμεση ανθρώπινη παρέμβαση μπορεί να γίνει διάγνωση της νόσου και να δοθεί από τον ιατρό η κατάλληλη θεραπεία.
Τεχνητή Νοημοσύνη & Διαβητικό Πόδι
Η τεχνολογία της Τεχνητής Νοημοσύνης έχει βοηθήσει τόσο στην πρόληψη όσο και στη θεραπευτική διαχείριση των διαβητικών ελκών των κάτω άκρων. Έχουν αναπτυχθεί συστήματα που ανιχνεύουν διαφορές στη θερμοκρασία καθώς και στη πίεση που ασκεί το κάτω άκρο και τοποθετούνται είτε στο εσωτερικό των υποδημάτων είτε σε ειδικές κάλτσες και με τον τρόπο αυτό συμβάλλουν στην έγκαιρη ανίχνευση του διαβητικού ποδιού. Επίσης, η φωτογραφική αποτύπωση των ελκών συμβάλλει μέσω ειδικών αλγορίθμων στην παρακολούθηση της εξέλιξης της επούλωσης του και να επιβραβεύουν τον ασθενή. Το τελευταίο είναι ιδιαίτερα σημαντικό καθώς παρέχει ένα επιπλέον κίνητρο για επιτυχή έκβαση του διαβητικού ποδιού το οποίο, ως γνωστό, επιβαρύνει την ποιότητα ζωής των ασθενών. 
Τεχνητή Νοημοσύνη & Διαχείριση του Διαβήτη
Ένα από τα βασικά πλεονεκτήματα της χρήσης της Τεχνητής Νοημοσύνης είναι η ακρίβεια και η αξιοπιστία που μπορεί να παρέχει. Η τεχνολογία Τεχνητής Νοημοσύνης μπορεί να αναλύσει δεδομένα και να αναγνωρίσει τα μοτίβα και τις τάσεις, καθιστώντας τη διαχείριση του διαβήτη πιο αποτελεσματική και ακριβή. Αυτό μπορεί να βοηθήσει τα άτομα με διαβήτη να παρακολουθούν την πρόοδο τους, να ανιχνεύουν επιπλοκές και να προλαμβάνουν προβλήματα.
Με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης, μπορεί να γίνει μια πιο ακριβής παρακολούθηση του επιπέδου σακχάρου στο αίμα, ώστε οι ασθενείς να μπορούν να παρακολουθούν την κατάστασή τους πιο εύκολα και αποτελεσματικά. Επιπλέον, οι ασθενείς μπορούν να λαμβάνουν συμβουλές και οδηγίες για τη διαχείριση του διαβήτη, βασισμένες στα δεδομένα που συλλέγονται από την παρακολούθηση του σακχάρου.
Επιπλέον, μπορεί να προσφέρει ατομικοποιημένη προσέγγιση στην διαχείριση του διαβήτη. Αναλύοντας τα δεδομένα του χρήστη, η Τεχνητή Νοημοσύνη μπορεί να παρέχει προσαρμοσμένες συμβουλές και συστάσεις, λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό του διαβήτη και τα συνοδά συμπτώματα και να συμβάλλει στην παροχή σαφών και αντιληπτών συμβουλών για τη βελτίωση του τρόπου ζωής και τη διαχείριση του διαβήτη. 
Τεχνητή Νοημοσύνη & Συμβουλευτική
Η Τεχνητή Νοημοσύνη μπορεί να βοηθήσει τα άτομα με διαβήτη να αναπτύξουν υγιείς συνήθειες διατροφής και ασκήσεων, καθώς και να τους παρέχει συμβουλές για τη διαχείριση του στρες. Η δυνατότητα εξατομικευμένης παροχής συμβουλών και οδηγιών μπορεί να βοηθήσει τους ασθενείς να διαχειριστούν καλύτερα το διαβήτη και να επιτύχουν καλύτερα αποτελέσματα. Επιπλέον, η συλλογή και ανάλυση δεδομένων από τους αισθητήρες και τις συσκευές παρακολούθησης της γλυκόζης μπορεί να παρέχει σημαντική πληροφορία στα άτομα με διαβήτη και τους ιατρούς τους σχετικά με τη διαχείριση της ασθένειας και την πρόληψη επιπλοκών. Τα άτομα με διαβήτη πρέπει να είναι ενημερωμένοι και εκπαιδευμένοι σχετικά με τις δυνατότητες που παρέχονται από αυτήν την τεχνολογία και να επιλέγουν τις καλύτερες λύσεις για τις ανάγκες τους.
Ο ιατρός θα είναι περιττός στο μέλλον;
Η Τεχνητή Νοημοσύνη δεν μπορεί να αντικαταστήσει τους ιατρούς, επειδή στερείται ενσυναίσθησης, δημιουργικότητας και ηθικής κρίσης. Αυτές είναι βασικές δεξιότητες για τους επαγγελματίες υγείας που πρέπει να κατανοούν τα συναισθήματα των ασθενών τους, να βρίσκουν καινοτόμες λύσεις σε πολύπλοκα προβλήματα και να λαμβάνουν αποφάσεις που σέβονται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τις αξίες. H Τεχνητή Νοημοσύνη προορίζεται να ενισχύσει τις δεξιότητες λήψης αποφάσεων και εκτέλεσης των γιατρών και γενικά των επαγγελματιών υγείας και όχι να τους αντικαταστήσει. Τα πλούσια σε δεδομένα μοντέλα Τεχνητής Νοημοσύνης θα οπλίσουν τους ιατρούς με ένα σύστημα διαγνωστικής και εκτελεστικής υποστήριξης που μπορεί να ελαχιστοποιήσει τα ιατρικά λάθη και να μεγιστοποιήσει την ασφάλεια των ασθενών. 
Βιβλιογραφία 
1. Τεχνητή Νοημοσύνη, μια σύγχρονη προσέγγιση, Stuart Russel και Peter Norvig
2. Τεχνητή Νοημοσύνη - Δ' Έκδοση, 2020, Εκδόσεις Πανεπιστημίου Μακεδονίας, Βλαχάβας, Κεφαλάς, Βασιλειάδης, Κόκκορας, Σακελλαρίου, ISBN 978-618-5196-44-8
3. https://www.europarl.europa.eu/news/el/headlines/society/20200827STO85804/ti-einai-i-techniti-noimosuni-kai-pos-chrisimopoieitai
4. https://el.wikipedia.org/wiki/Τεχνητή_νοημοσύνη 
5. Andreas Kaplan, 2022, Artificial Intelligence, Business and Civilization - Our Fate Made in Machines, Routledge, ISBN 9781032155319
6. Mnih, Volodymyr; Kavukcuoglu, Koray; Silver, David; Graves, Alex; Antonoglou, Ioannis; Wierstra, Daan; Riedmiller, Martin (2013-12-19). «Playing Atari with Deep Reinforcement Learning». arXiv:1312.5602 [cs.LG].
7. Vaswani, Ashish; Shazeer, Noam; Parmar, Niki; Uszkoreit, Jakob; Jones, Llion; Gomez, Aidan N.; Kaiser, Lukasz; Polosukhin, Illia (2017-12-05). «Attention Is All You Need». arXiv:1706.03762 [cs].

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Συνοπτικός ενημερωτικός οδηγός διατροφής για τα άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2
27 Ιανουαρίου 2023
Συνοπτικός ενημερωτικός οδηγός διατροφής για τα άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2
Συνοπτικός ενημερωτικός οδηγός διατροφής για τα άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2


Αθανασία Κ. Παπαζαφειροπούλου, Παθολόγος με εξειδίκευση στο Διαβήτη, MSc, PhD
Επιμελήτρια Α’, Α΄ Παθολογικό & Διαβητολογικό Κέντρο Γενικού Νοσοκομείου Πειραιά ‘’Τζάνειο’’

Άννα Μωυσίδη, Διαιτολόγος – Διατροφολόγος με ειδίκευση στο Διαβήτη και την Παχυσαρκία, MSc 

Καταμερισμός γευμάτων 
Η διατροφή και η φυσική δραστηριότητα (αερόβια άσκηση 150’/εβδομάδα ή 20’/ημέρα) κατέχουν σημαντική θέση στη ζωή ενός ατόμου με σακχαρώδη διαβήτη. Ένα υγιεινό και ισορροπημένο πρόγραμμα διατροφής σε συνδυασμό με συστηματική σωματική άσκηση, μπορεί να βοηθήσει στη διατήρηση των επίπεδων του σακχάρου αίματος εντός των θεραπευτικών στόχων που έχει ορίσει ο θεράποντας ιατρός. Όσον αφορά στα άτομα με διαβήτη, δεν απαγορεύονται συγκεκριμένες τροφές ή ολόκληρες ομάδες τροφίμων, εκτός εάν υπάρχει κάποιο επιπλέον πρόβλημα υγείας (π.χ. νεφρική νόσος, δυσλιπιδαιμία). Σε κάθε άλλη περίπτωση το μοναδικό πράγμα που χρειάζεται να προσέξει το άτομο με διαβήτη αναφορικά με τη διατροφή του, είναι η ποσότητα και η συχνότητα ορισμένων τροφίμων ή γευμάτων. Πιο συγκεκριμένα, φροντίστε το γεύμα σας να απαρτίζετε από όλες τις ομάδες τροφίμων (γαλακτοκομικά, λαχανικά, φρούτα, ψωμί, δημητριακά, όσπρια, αμυλούχα λαχανικά, κρέας & υποκατάστατα, λιπαρά) σε περιορισμένη ποσότητα. Επειδή δεν υφίσταται ακόμα ο ιδανικός τρόπος κατανομής των μακροθρεπτικών συστατικών της τροφής, η διατροφή εξατομικεύεται ανάλογα τις τρέχουσες ανάγκες του ατόμου. Ένα χρήσιμο εργαλείο που θα σας βοηθήσει να περιορίσετε την ποσότητα της τροφής που θα καταναλώσετε και να ελέγξετε το σωματικό σας βάρος, είναι ο προγραμματισμός των γευμάτων (μέχρι 3 κυρίως γεύματα & 2 ενδιάμεσα σνακ π.χ. φρούτο ή γιαούρτι), χωρίς να παραλείπετε γεύματα. 

Σωματικό βάρος
Όπως είναι ευρέως γνωστό η απώλεια σωματικού βάρους αποτελεί τον κυριότερο τροποποιήσιμο παράγοντα που σχετίζεται με το διαβήτη. Για τους νορμοβαρείς διαβητικούς ασθενείς (φυσιολογικό σωματικό βάρος & φυσιολογικές τιμές λιπώδους ιστού) συστήνεται η διατήρηση υγιούς σωματικού βάρους, η ισορροπημένη διατροφή και η φυσική δραστηριότητα. Για τους υπέρβαρους ή παχύσαρκους διαβητικούς ασθενείς (παθολογικό σωματικό βάρος & αυξημένες τιμές λιπώδους ιστού), συστήνεται η στοχευμένη απώλεια σωματικού βάρους (τουλάχιστον 5%), η μειωμένη ενεργειακή πρόσληψη και η αύξηση της ενεργειακής δαπάνης μέσω της φυσικής δραστηριότητας (κυρίως αερόβια). Η απώλεια βάρους θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα ενός καλά σχεδιασμένου διαιτολογίου από εξειδικευμένο διαιτολόγο που θα εξατομικεύσει τη διατροφική αγωγή ανάλογα με τις ανάγκες του διαβητικού ασθενή.  

Πρωτεΐνες
Σε ένα εξατομικευμένο πλάνο ασθενή με διαβήτη δίνεται ιδιαίτερη βάση στις πρωτεΐνες υψηλής βιολογικής αξίας: άπαχο λευκό κρέας (1-2 μερίδες/εβδομάδα), κόκκινο κρέας (1 μερίδα/εβδομάδα), λιπαρά ψάρια (2-3 μερίδες/εβδομάδα), αυγό (4/εβδομάδα), γαλακτοκομικά προϊόντα (1,5-2% λιπαρά), τυριά (ανθότυρο, τυρί cottage, κατίκι, μυζήθρα, κίτρινα light τυριά, μικρή ποσότητα φέτας σε αντικατάσταση του κρέατος του γεύματος). Πρόκειται για πρωτεΐνες ζωικής προέλευσης που περιλαμβάνουν όλα τα απαραίτητα αμινοξέα και είναι πηγές σιδήρου και βιταμίνης Β12.  Σε αυτή την κατηγορία τροφίμων καλό θα είναι να περιορίσετε την κατανάλωση ζωικού λίπους, αφαιρώντας το ορατό λίπος από το κρέας και την πέτσα από τα πουλερικά. Όσον αφορά στις πρωτεΐνες χαμηλής βιολογικής αξίας: ψωμί, δημητριακά, όσπρια, αμυλούχα λαχανικά, λαχανικά και σόγια, πρόκειται να λειτουργήσουν συμπληρωματικά για να καλύψουν τις ημερήσιες ανάγκες σας σε πρωτεΐνη. Για τα άτομα με νεφρική νόσο δεν είναι απαραίτητο να αποκλείσουν εντελώς τις πηγές φυτικής ή ζωικής πρωτεΐνης από τη διατροφή τους. 

Υδατάνθρακες
Η συνολική ημερήσια πρόσληψη υδατανθράκων πρέπει να διαμοιράζεται σε όλα τα γεύματα. Οι τύποι υδατανθράκων που μας απασχολούν είναι τα σάκχαρα, το άμυλο και οι φυτικές ίνες. Η κατανάλωση τροφών με αυξημένη περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες (λαχανικά, φρούτα, προϊόντα ολικής άλεσης, όσπρια) επιβραδύνει τη διαδικασίας της γαστρικής κένωσης με αποτέλεσμα να απορροφώνται πιο αργά οι υδατάνθρακες της τροφής και να αυξάνονται πιο σταδιακά και ομαλά τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα. Επιπλέον προκαλούν μεγαλύτερο κορεσμό και γρηγορότερη απώλεια σωματικού βάρους. Για να αυξήσετε την κατανάλωση φυτικών ινών: συμπεριλάβετε σαλάτες ωμές ή βραστές σε κάθε γεύμα (αρχίζοντας από τη σαλάτα), επιλέξτε ωμά φρούτα έναντι χυμού, επιμείνετε στην κατανάλωση δημητριακών (βοηθούν περισσότερο στη ρύθμιση των επιπέδων του σακχάρου σε σχέση με τις φυτικές ίνες των φρούτων), μείνετε ενήμεροι σχετικά με τις  ημερήσιες ανάγκες σας σε φυτικές ίνες 21-25γρ/ημέρα (γυναίκες) και 30-38γρ/ημέρα (άνδρες), ελέγξτε τις διατροφικές ετικέτες για την περιεκτικότητα του τροφίμου σε θερμίδες, υδατάνθρακες και φυτικές ίνες. 
Τα απλά σάκχαρα (μέλι, ζάχαρη, καραμέλες, γλυκά) έχουν την ιδιότητα να αυξάνουν απότομα τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα, εκθέτοντας αρχικά το άτομο σε υπεργλυκαιμία. Η απότομη αύξηση, συνοδεύεται και από απότομη μείωση των επιπέδων σακχάρου, με αποτέλεσμα να δημιουργείται σύντομα το αίσθημα της πείνας. Επειδή η γλυκαιμική απόκριση από την κατανάλωση σουκρόζης (επιτραπέζια ζάχαρη), ομοιάζει κάποιες φορές με αυτή από την κατανάλωση αμύλου, δεν κρίνεται αναγκαία η πλήρης απαγόρευσή της, αλλά η περιορισμένη χρήση της! Γενικότερα, ο τρόπος που επηρεάζεται το σάκχαρο αίματος μεταγευματικά εξαρτάται από την ποσότητα των υδατανθράκων του γεύματος, τον τύπο του σακχάρου, την κατηγορία του αμύλου, τον τρόπο μαγειρέματος, την επεξεργασία του τροφίμου και την παρουσία άλλων μακροθρεπτικών συστατικών. Σε κάθε περίπτωση, μην παρασύρεστε από την παραπληροφόρηση και τη λανθασμένη εκτίμηση που γίνεται από μη ειδικούς σχετικά με τον πλήρη αποκλεισμό υδατανθράκων από τη διατροφή σας λόγω του διαβήτη. 

Λιπαρά 
Πηγές λιπαρών που επιλέγω, είναι τα λεγόμενα ‘’καλά’’ λιπαρά που βρίσκονται στο ελαιόλαδο, τους ανάλατους ξηρούς καρπούς, το αβοκάντο, τις ελιές, τα λιπαρά ψάρια (σαρδέλα, γαύρος, κολιός, γόπα), τον τόνο (σε νερό), τα προϊόντα χαμηλά σε λιπαρά (1,5%) και το άπαχο κρέας. Αποφύγετε πηγές κορεσμένων λιπαρών καταναλώνοντας τρόφιμα όπως βούτυρο, κρέμες μαγειρικής, τυρόπιτες, πίτσες, fast-food. Ο καλύτερος τρόπος μαγειρικής φαγητών είναι στον ατμό, βραστά ή ψητά (προσθέτοντας λίγο ελαιόλαδο). Αποφύγετε το τηγάνισμα ή το τσιγάρισμα. 
Γλυκαντικά 
Αποτελούν ιδανικό μέσο που βοηθά τα άτομα με διαβήτη να συμμορφώνονται στις απαιτήσεις της διαιτητικής αγωγής, κρατώντας την απόλαυση του φαγητού και ειδικότερα της γλυκιάς γεύσης. Βασική προϋπόθεση βέβαια είναι να καταναλώνονται στις επιτρεπόμενες ημερήσιες ποσότητες. Εγκεκριμένες από την ΕΕ γλυκαντικές ύλες είναι η ακεσουλφάμη-Κ, το κυκλαμικό οξύ, η σουκραλόζη, η σακχαρίνη, οι γλυκοζίτες στεβιόλης (γλυκαντικό που προέρχεται από το φυτό στέβια). Τα παραπάνω μη θερμιδικά γλυκαντικά δεν επηρεάζουν μεταγευματικά τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα. Προσοχή στα άτομα που λανθασμένα επιλέγουν ως υποκατάστατο ζάχαρης τη ‘’φρουκτόζη’’, καθώς έχει φανεί ότι η κατανάλωσή της έχει αρνητική επίδραση στα λιπίδια. Η πρόσληψη φρουκτόζης ενθαρρύνεται μόνο από πηγές που υπάρχει φυσικά, δηλαδή τα φυτικά τρόφιμα. 
Αλάτι 
Προσπαθήστε να μειώσετε το προστιθέμενο αλάτι στο μαγείρεμα και αποφύγετε τα επεξεργασμένα τρόφιμα. Μείνετε ενήμεροι για τις προτεινόμενες ποσότητες αλατιού: για υγιείς ενήλικες μέχρι 6γρ αλατιού/ημέρα (2,4γρ ή 100mmol νατρίου, πρακτικά 1 κουταλάκι του γλυκού), για ασθενείς με υπέρταση μέχρι 2,4γρ αλατιού/ημέρα, ήπια νεφροπάθεια μέχρι 2γρ αλατιού/ημέρα. Για την ενίσχυση της γεύσης χρησιμοποιήστε ελευθέρα λεμόνι, ξύδι, και αντί για αλάτι χρησιμοποιήστε μυρωδικά ή μπαχαρικά (άνηθο, ρίγανη, θυμάρι, δεντρολίβανο, βασιλικό, δυόσμο, δάφνη, πιπέρι, μοσχοκάρυδο, κύμινο). 
Οινοπνευματώδη ποτά & νερό 
Προσπαθήστε να μετριάσετε την κατανάλωση αλκοόλ. Μείνετε ενήμεροι για τις προτεινόμενες συστάσεις κατανάλωσης αλκοόλ: 1 ποτό/ημέρα (γυναίκες), 2 ποτά/ημέρα για άνδρες (πάντα με τη σύμφωνη γνώμη του θεράποντος ιατρού, καθώς, μπορεί να συνυπάρχουν και άλλες παθήσεις που καθιστούν την κατανάλωση αλκοόλ απαγορευτική). Τα αλκοολούχα ποτά μπορεί να περιέχουν υδατάνθρακες και να αυξήσουν τις τιμές γλυκόζης ως πρώτη αντίδραση, εκθέτοντας αρχικά το άτομο σε υπεργλυκαιμία. Σε δεύτερο χρόνο η αλκοόλη του ποτού θα δράσει μειώνοντας τις τιμές του σακχάρου ακόμα και την επόμενη μέρα. Για τους παραπάνω λόγους για τα άτομα με ΣΔΤ2 που η αντιδιαβητική τους θεραπεία περιλαμβάνει και εξωγενή χορήγηση ινσουλίνης, καλό θα είναι να συνοδέψουν το ποτό με ένα σνακ (παρουσία υδατάνθρακα) για την αποφυγή υπογλυκαιμιών. Εάν θέλετε να υπολογίσετε την επαρκή ποσότητα νερού που χρειάζεται να καταναλώσετε ημερησίως, λάβετε υπόψιν ότι οι ανάγκες ενός ενήλικα υπολογίζονται βάση του σωματικού σας βάρους (0,03 λίτρα νερό/κιλό ΣΒ). Παράδειγμα: για ένα άτομο 60kg, η ημερήσια ποσότητα νερού ανέρχεται στα 1,8 λίτρα/ημέρα. Ειδάλλως, ακολουθήστε τον γενικό κανόνα για ενήλικες: 8-10 ποτήρια υγρών/ημέρα (εκ των οποίων τα 6-8 να είναι νερό).  

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Τα Hightlights από τα ετήσια συνέδρια της Αμερικανικής (82nd ADA scientific sessions) και Ευρωπαϊκής (58th EASD annual meeting) Διαβητολογικής Εταιρείας
24 Δεκεμβρίου 2022
Τα Hightlights από τα ετήσια συνέδρια της Αμερικανικής (82nd ADA scientific sessions) και Ευρωπαϊκής (58th EASD annual meeting) Διαβητολογικής Εταιρείας
ΕΚΘΕΣΗ ΟΜΟΦΩΝΙΑΣ ΜΕΤΑΞΥ ADA & EASD ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΣΗ ΤΟΥ ΑΣΘΕΝΗ ΜΕ ΣΔ ΤΥΠΟΥ 2
Φουστέρης Ευάγγελος, M.D., Ph.D., Παθολόγος με εξειδίκευση στο ΣΔ  

Κατά τη διάρκεια του Συνεδρίου της EASD ανακοινώθηκε η νέα έκθεση ομοφωνίας μεταξύ ADA & EASD σχετικά με τη διαχείριση των ασθενών με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, η οποία πραγματικά έκανε αίσθηση με τη ρηξικέλευθη προσέγγισή της.
Πιο συγκεκριμένα, η μεγάλη αλλαγή στις οδηγίες είναι ότι πλέον η μετφορμίνη δεν είναι το πρώτο αντιδιαβητικό φάρμακο επιλογής για κάθε ασθενή με ΣΔ τύπου 2 στη διαχείριση της υπεργλυκαιμίας. Συνιστάται να αξιολογούμε τα προσωπικά χαρακτηριστικά και το ιατρικό ιστορικό του κάθε ατόμου με διαβήτη για να αποφασίσουμε ποιο φάρμακο θα επιλέξουμε ως πρώτο:
Α. Άτομα με εγκατεστημένη καρδιαγγειακή νόσο ή με παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο
Αρχικά, αξιολογούμε εάν ο ασθενής βρίσκεται σε υψηλό κίνδυνο για αθηροσκληρυντική καρδιαγγειακή νόσο (ASCVD) (διαβήτης σε άτομο ηλικίας άνω των 55 ετών με δύο ή περισσότερους πρόσθετους παράγοντες κινδύνου) ή εάν έχει ήδη εγκατεστημένη ASCVD (στεφανιαία νόσος, περιφερική αγγειακή νόσος, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο κλπ). Εάν ο ασθενής εμπίπτει στις παραπάνω κατηγορίες, τότε συνιστάται να χορηγηθεί άμεσα ένα GLP-1 ανάλογο με αποδεδειγμένο όφελος στην καρδιαγγειακή νόσο (π.χ. Σεμαγλουτίδη, Ντουλαγλουτίδη) ή ένας αναστολέας SGLT-2 με αποδεδειγμένο όφελος στην καρδιαγγειακή νόσο (π.χ. Εμπαγλιφλοζίνη, Νταπαγλιφλοζίνη). Η σύσταση για χρήση αυτών των φαρμάκων ισχύει είτε το άτομο έχει επιτύχει τον στόχο της γλυκοζυλιωμένης είτε όχι. Ο ασθενής δεν χρειάζεται να πάρει a priori μετφορμίνη για να επωφεληθεί από αυτούς τους παράγοντες.
B. Άτομα με καρδιακή ανεπάρκεια (με μειωμένο ή συντηρημένο κλάσμα εξώθησης)
Ο ασθενής με καρδιακή ανεπάρκεια με μειωμένο ή συντηρημένο κλάσμα εξώθησης θα πρέπει να λάβει έναν αναστολέα SGLT-2, ανεξαρτήτως επιπέδου ρύθμισης της γλυκαιμίας του, για να μειώσει την εξέλιξη της νόσου και τον κίνδυνο νοσηλείας για καρδιακή ανεπάρκεια
Γ. Άτομα με χρόνια νεφρική νόσο
Όταν ο εκτιμώμενος ρυθμός σπειραματικής διήθησης είναι κάτω από 60 mL/min /1,73 m2 ή όταν ο λόγος λευκωματίνης προς κρεατινίνη τυχαίου δείγματος ούρων είναι πάνω από 30 mg/grCreat, ο ασθενής θα πρέπει κατά προτίμηση να λάβει ένα αναστολέα SGLT-2. Σε ασθενείς που δεν μπορούν να λάβουν αναστολέα SGLT-2 για κάποιο λόγο, θα πρέπει να λάβουν έναν αγωνιστή GLP-1.
Δ. Γλυκαιμική διαχείριση
Αφού έχουν προηγηθεί τα ανωτέρω βήματα, η μετφορμίνη είναι μια λογική σκέψη ως επιλογή φαρμάκου για την περεταίρω ρύθμιση της γλυκαιμίας. Μπορεί να χρειαστεί να προσθέσετε και άλλον παράγοντα στη μετφορμίνη για να επιτύχετε τον γλυκαιμικό στόχο του ασθενούς. Εάν ο ασθενής απέχει πολύ από τον στόχο, τότε μπορεί να επιλεγεί ένα φάρμακο με υψηλότερη αποτελεσματικότητα στη μείωση της γλυκόζης. Η αποτελεσματικότητα καταγράφεται ως:
Πολύ υψηλή αποτελεσματικότητα για τη μείωση της γλυκόζης: ντουλαγλουτίδη σε υψηλή δόση, σεμαγλουτίδη, τιρζεπατίδη, ινσουλίνη ή συνδυασμένοι ενέσιμοι παράγοντες (συνδυασμοί αγωνιστών υποδοχέα GLP-1/συνδυασμοί ινσουλίνης)
Υψηλή αποτελεσματικότητα στη μείωση της γλυκόζης: υπόλοιποι αγωνιστές GLP-1, μετφορμίνη, αναστολείς SGLT-2, σουλφονυλουρίες, θειαζολιδινεδιόνες
Ενδιάμεση αποτελεσματικότητα μείωσης της γλυκόζης: αναστολείς της διπεπτιδυλ-πεπτιδάσης 4 (DPP-4)
Ε. Διαχείριση βάρους
Στην έκθεση ομοφωνίας του Σεπτεμβρίου 2022 μεταξύ EASD & ADA, η διαχείριση του σωματικού βάρους με έμφαση στην απώλεια βάρους για τα άτομα με διαβήτη και παχυσαρκία αναβαθμίστηκε σε μείζονα στόχο, συμπρωτεύων μαζί με τη διαχείριση της γλυκαιμίας και τη ρύθμισης της γλυκοζυλιωμένης. Για τη διαχείριση του βάρους, η τροποποίηση του τρόπου ζωής (δίαιτα και άσκηση) είναι θεμελιωδώς σημαντική. Εάν η τροποποίηση του τρόπου ζωής από μόνη της είναι ανεπαρκής, σκεφτόμαστε είτε ένα φάρμακο που βοηθά στην απώλεια βάρους είτε μια μεταβολική χειρουργική επέμβαση. Θέλουμε ιδιαίτερα να εστιάσουμε στη διαχείριση βάρους σε ασθενείς που έχουν επιπλοκές από την παχυσαρκία, όπως μη αλκοολική λιπώδης νόσος του ήπατος, υπνική άπνοια, πόνος στα ισχία ή γόνατα από αρθρίτιδα, πόνοι στην πλάτη. Τα φάρμακα για την απώλεια βάρους κατά βαθμό αποτελεσματικότητας:
Πολύ υψηλή αποτελεσματικότητα για απώλεια βάρους: σεμαγλουτίδη, τιρζεπατίδη
Υψηλή αποτελεσματικότητα για απώλεια βάρους: ντουλαγλουτίδη και λιραγλουτίδη
Ενδιάμεση αποτελεσματικότητα για απώλεια βάρους: αγωνιστής υποδοχέα GLP-1 (που δεν αναφέρεται παραπάνω), αναστολείς SGLT-2
Ουδέτερο για απώλεια βάρους: αναστολείς DPP-4 και μετφορμίνη
Εάν ο ασθενής παρουσιάζει πολύ υψηλή A1c ενώ λαμβάνει άλλα φάρμακα και η A1c του εξακολουθεί να μην είναι στο στόχο, ή εάν είναι καταβολικός και χάνει βάρος λόγω του διαβήτη, τότε η ινσουλίνη έχει σημαντική θέση στη διαχείριση της νόσου.
ΝΕΟΤΕΡΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΑ GLP-1 ΑΝΑΛΟΓΑ
Post-hoc ανάλυση των μελετών Sustain-6 & Pioneer-6 αθροιστικά σχετικά με τα καρδιαγγειακά συμβάματα βάσει γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης των συμμετεχόντων κατά την ένταξή τους στις εν λόγω μελέτες: Η Σεμαγλουτίδη μείωσε σημαντικά τα καρδιαγγειακά συμβάματα (μη θανατηφόρο έμφραγμα του μυοκαρδίου, μη θανατηφόρο ΑΕΕ, καρδιαγγειακός θάνατος) σε ασθενείς υψηλού Κ/Α κινδύνου σε ένα πολύ ευρύ φάσμα γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης με παράλληλη απώλεια σωματικού βάρους, έναντι placebo.
Μελέτη STEP-5: Σε άτομα με παχυσαρκία και 1 σχετική συνοσηρότητα, η χορήγηση 2.4 mg Σεμαγλουτίδης 1 φορά ανά 7 ημέρες οδήγησε σε απώλεια -15.2% ΣΒ με παράλληλη ύφεση του μεταβολικού συνδρόμου κατά 59.1% για την 52η εβδομάδα και 56.6% για την 104η εβδομάδα. Τα ποσοστά ήταν εντυπωσιακότερα για τους συμμετέχοντες που έχασαν 10% του αρχικού τους βάρους.
Post-hoc ανάλυση της μελέτης STEP-8: Επιλογή των ασθενών που βρίσκονταν σε προδιαβητική κατάσταση: Η Σεμαγλουτίδη στα 2,4 mg/εβδομάδα οδήγησε σε μεγαλύτερη απώλεια ΣΒ και βελτίωσε τον μεταβολισμό της γλυκόζης επαναφέροντας τα άτομα με προδιαβήτη σε φυσιολογική γλυκαιμία σε μεγαλύτερο ποσοστό έναντι του σκέλους της λιραγλουτίδης 3,0 mg/ημέρα.
Μελέτη AWARD-PEDS: Η RCT μελέτη της Ντουλαγλουτίδης σχετικά με τη χορήγηση 0.75 mg και 1.5 mg σε παιδιά και εφήβους (10-18 ετών): Σημαντικότατες μειώσεις στη γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη, χωρίς παρόλ’ αυτά μείωση στο ΣΒ των συμμετεχόντων, με ασφάλεια (εξ. έμετος), όσον αφορά στις ανεπιθύμητες ενέργειες, έναντι placebo.
Μετανάλυση των μελετών SURPASS 1-4: Οι ασθενείς που ήταν νεότεροι, είχαν μικρότερη διάρκεια διαβήτη, καλύτερο γλυκαιμικό έλεγχο κατά την έναρξη και/ή που λάμβαναν μόνο μετφορμίνη ως θεραπεία κατά την ένταξη στις μελέτες είχαν περισσότερες πιθανότητες να επιτύχουν HbA1c <5,7%) όταν έλαβαν Τιρζεπατίδη στο πρόγραμμα SURPASS 1-4.
Post-hoc ανάλυση της SURPASS-4: Η Τιρζεπατίδη καθυστερεί τη μείωση του eGFR και αύξηση του UACR σε σύγκριση με τη Γλαργινική Ινσουλίνη, ανεξαρτήτως από την παράλληλη χορήγηση SGLT-2 αναστολέων.
Μελέτη σύγκρισης μεταξύ Σεμαγλουτίδης 1 mg και Τιρζεπατίδης 15 mg έναντι placebo σε άτομα με ΣΔ τύπου 2: Η Τιρζεπατίδη μείωσε περισσότερο το ΣΒ, την όρεξη σε κατάσταση νηστείας, την πείνα και βελτίωσε το αίσθημα πληρότητας στομάχου περισσότερο σε σχέση με το σκέλος της Σεμαγλουτίδης.
Μελέτη της Τιρζεπατίδης έναντι Σεμαγλουτίδης και Placebo σχετικά με λειτουργία του β-κυττάρου του παγκρέατος: Σε μελέτη ανοχής μικτού γεύματος, η Τιρζεπατίδη τη συγκέντρωση στο πλάσμα γλυκόζης και ινσουλίνης. Η Τιρζεπατίδη (καθ’ υπεροχήν) και η Σεμαγλουτίδη βελτίωσαν την ευαισθησία του β-κυττάρου στη γλυκόζη μέσω υπεργλυκαιμικού κλάμπ.
ΝΕΟΤΕΡΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ SGLT-2 ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ
Μελέτη DELIVER: Η Νταπαγλιφλοζίνη σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια με μέτρια μειωμένο ή συντηρημένο κλάσμα εξώθησης αριστεράς κοιλίας. Μείωση κατά 18% του σχετικού κινδύνου Κ/Α θανάτου ή επιδείνωσης της καρδιακής ανεπάρκειας (HR 0.82, 95% CI 0.73-0.92, p=0.0008, NNT=32), ανεξαρτήτως σταδίου καρδιακής ανεπάρκειας ή eGFR.
Μελέτη EMPRISE: Η εμπαγλιφλοζίνη σε σύγκριση με τα GLP1 ανάλογα και με την λιραγλουτίδη σχετίστηκε με μειωμένο κίνδυνο νοσηλειών για καρδιακή ανεπάρκεια, παρόμοιο κίνδυνο για έμφραγμα μυοκαρδίου, ΑΕΕ & ολική θνητότητα: τα αποτελέσματα ήταν ίδια για ασθενείς με ή χωρίς εγκατεστημένη καρδιακή νόσο. Η εμπαγλιφλοζίνη σε σύγκριση με τους αναστολείς DDP-4 μείωσε τις νοσηλείες για καρδιακή ανεπάρκεια, τα εμφράγματα του μυοκαρδίου, την ολική θνητότητα (HR 0,62), τα οξέα νεφρικά συμβάματα ενώ αύξησε τις νοσηλείες για διαβητική κετοξέωση.
Υπο-ανάλυση της EMPEROR-PRESERVED: Μελετήθηκε η επίπτωση της Εμπαγλιφλοζίνης έναντι εικονικού φαρμάκου στο ποσοστό των ασθενών που ξεκίνησαν ινσουλινοθεραπεία και η διαφορά των κλινικών συμβαμάτων στους  ασθενείς με ΣΔ τύπου 2 που έλαβαν εμπαγλιφλοζίνη: Η εμπαγλιφλοζίνη μείωσε το ποσοστό των ασθενών που ξεκίνησαν ινσουλινοθεραπεία κατά 31%, η επίδρασή της στα τελικά καταληκτικά σημεία ήταν η ίδια ανεξάρτητα από την χρήση ή όχι ινσουλίνης, οι ασθενείς υπό ινσουλινοθεραπεία είχαν εξαρχής μεγαλύτερο καρδιαγγειακό κίνδυνο.
Μελέτη με δεδομένα πραγματικού κόσμου από το αρχείο των ασφαλισμένων στο Medicare (USA) με >740.000 ασθενείς σχετικά με τη συγκριτική αποτελεσματικότητα και ασφάλεια των SGLT-2 αναστολέων, GLP-1 αναλόγων και DPP-4 αναστολέων, σύμφωνα με το επίπεδο ευπάθειας/αδυναμίας (frailty) των ασθενών με ΣΔ τύπου 2: η έναρξη ενός SGLT-2 αναστολέα ή GLP-1 αναλόγου, σε σύγκριση με έναν DPP-4 αναστολέα, συσχετίστηκε με υψηλότερη αποτελεσματικότητα χωρίς αύξηση του κινδύνου για σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες.  ανεξάρτητα από την κατάσταση ευπάθειας/αδυναμίας.
Αναδρομική μελέτη 9.722 ατόμων με ΣΔ τύπου 2, ηλικίας 40-69 ετών με πρώτο έμφραγμα του μυοκαρδίου στο διάστημα 2016-2020: Τα αποτέλεσμα υποστηρίζουν τα ευεργετικά δεδομένα RCT των αναστολέων SGLT-2 και των αγωνιστών του υποδοχέα GLP-1 για την επιβίωση σε νεότερα άτομα με διαβήτη τύπου 2 και έμφραγμα του μυοκαρδίου. Παρόλο που υπάρχουν ενδείξεις αποτελεσματικότητας από το 2015, το ποσοστό των ασθενών υψηλού κινδύνου με διαβήτη τύπου 2 ηλικίας κάτω των 70 ετών με πρόσβαση σε αυτά τα φάρμακα εξακολουθεί να είναι πολύ χαμηλό (49%).
Η συσχέτιση μεταξύ της θνησιμότητας και της χρήσης αναστολέα SGLT-2 και αγωνιστών υποδοχέων GLP-1 σε νεαρά άτομα με διαβήτη τύπου 2 και μια πρώτη διάγνωση περιφερική αγγειακής νόσου μεταξύ 2016 και 2020: Σε αυτή την αναδρομική μελέτη, σε ασθενείς με περιφερική αρτηριακή νόσο η έναρξη θεραπείας με αναστολείς SGLT-2 και αγωνιστές GLP-1 φαίνεται να μειώνουν τη θνησιμότητα.
ΝΕΟΤΕΡΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΙΝΣΟΥΛΙΝΕΣ
Μελέτη PRONTO-Peds: Γλυκαιμικός έλεγχος με Ultra Rapid Lispro (URLi) vs Lispro σε παιδιά και εφήβους με ΣΔ τύπου 1. Σημειώθηκαν σημαντικά χαμηλότερα μεταγευματικά σάκχαρα με τη γευματική URLi έναντι Lispro κατά το πρωινό, μεσημεριανό και βραδινό γεύμα αλλά και στο μέσο ημερήσιο μεταγευματικό σάκχαρο στη 1 ώρα μετά τα γεύματα.
Χρόνος εντός στόχου και χρόνος κάτω από το στόχο σε ινσουλινο-θεραπευόμενους ηλικιωμένους ασθενείς με ΣΔ τύπου 2, μέσω του Libre Flash CGM. Μετά την χρήση του συστήματος συνεχούς παρακολούθησης γλυκόζης για μόνο 6 εβδομάδες παρατηρήθηκε αύξηση του χρόνου εντός στόχου από το 67% στο 70% και μείωση του χρόνου κάτω από το στόχο (υπογλυκαιμίες) από το 4% στο 2%, εύρημα ζωτικής σημασίας, δεδομένου ότι η υπογλυκαιμίας σε αυτόν τον πληθυσμό μπορεί να προκαλέσει σοβαρότατες επιπλοκές.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Νέες συστάσεις για τη διαχείριση της υπεργλυκαιμίας στα άτομα με ΣΔ τύπου 2 από την έκθεση ομοφωνίας της Ευρωπαϊκής και Αμερικανικής Διαβητολογικής Εταιρείας του Σεπτεμβρίου 2022
24 Δεκεμβρίου 2022
Νέες συστάσεις για τη διαχείριση της υπεργλυκαιμίας στα άτομα με ΣΔ τύπου 2 από την έκθεση ομοφωνίας της Ευρωπαϊκής και Αμερικανικής Διαβητολογικής Εταιρείας του Σεπτεμβρίου 2022
Νέες συστάσεις για τη διαχείριση της υπεργλυκαιμίας στα άτομα με ΣΔ τύπου 2 από την έκθεση ομοφωνίας της Ευρωπαϊκής και Αμερικανικής Διαβητολογικής Εταιρείας του Σεπτεμβρίου 2022 
Φουστέρης Ευάγγελος, M.D., Ph.D.
Η μεγάλη αλλαγή στις οδηγίες είναι ότι πλέον η μετφορμίνη δεν είναι το πρώτο αντιδιαβητικό φάρμακο επιλογής για κάθε ασθενή στη διαχείριση της υπεργλυκαιμίας. Συνιστάται να αξιολογούμε τα προσωπικά χαρακτηριστικά και το ιατρικό ιστορικό του κάθε ατόμου με διαβήτη για να αποφασίσουμε ποιο φάρμακο θα επιλέξουμε ως πρώτο.
Άτομα με εγκατεστημένη καρδιαγγειακή νόσο ή με παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο
Αρχικά, αξιολογούμε εάν ο ασθενής βρίσκεται σε υψηλό κίνδυνο για αθηροσκληρυντική καρδιαγγειακή νόσο (ASCVD) (διαβήτης σε άτομο ηλικίας άνω των 55 ετών με δύο ή περισσότερους πρόσθετους παράγοντες κινδύνου) ή εάν έχει ήδη εγκατεστημένη ASCVD (στεφανιαία νόσος, έμφραγμα του μυοκαρδίου, αγγειοπλαστική, bypass, περιφερική αγγειακή νόσος, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο). Εάν ο ασθενής εμπίπτει στις παραπάνω κατηγορίες, τότε συνιστάται να χορηγηθεί ένα GLP-1 ανάλογο με αποδεδειγμένο όφελος στην καρδιαγγειακή νόσο (π.χ. Σεμαγλουτίδη, Ντουλαγλουτίδη) ή ένας αναστολέας SGLT-2 με αποδεδειγμένο όφελος στην καρδιαγγειακή νόσο (π.χ. Εμπαγλιφλοζίνη, Νταπαγλιφλοζίνη). Η σύσταση για χρήση αυτών των φαρμάκων ισχύει είτε το άτομο έχει επιτύχει τον στόχο της γλυκοζυλιωμένης είτε όχι. Ο ασθενής δεν χρειάζεται να πάρει μετφορμίνη για να επωφεληθεί από αυτούς τους παράγοντες, όπως πιστεύαμε παλαιότερα.
Άτομα με καρδιακή ανεπάρκεια (με μειωμένο ή συντηρημένο κλάσμα εξώθησης)
Ο ασθενής με καρδιακή ανεπάρκεια με μειωμένο ή συντηρημένο κλάσμα εξώθησης θα πρέπει να λάβει έναν αναστολέα SGLT-2, ανεξαρτήτως επιπέδου ρύθμισης της γλυκαιμίας του, για να μειώσει την εξέλιξη της νόσου και τον κίνδυνο νοσηλείας για πνευμονικό οίδημα
Άτομα με χρόνια νεφρική νόσο
Η χρόνια νεφρική νόσος (ΧΝΝ) αναγνωρίζεται όταν ο εκτιμώμενος ρυθμός σπειραματικής διήθησης είναι κάτω από 60 mL/min /1,73 m2 ή όταν ο λόγος λευκωματίνης προς κρεατινίνη τυχαίου δείγματος ούρων είναι πάνω από 30 mg/grCreat. Σε αυτή την περίπτωση, ο ασθενής θα πρέπει κατά προτίμηση να λάβει ένα αναστολέα SGLT-2. Σε ασθενείς που δεν μπορούν να λάβουν αναστολέα SGLT-2 για κάποιο λόγο, θα πρέπει να λάβουν έναν αγωνιστή GLP-1.
Γλυκαιμική διαχείριση
Αφού έχουν προηγηθεί τα ανωτέρω βήματα, η μετφορμίνη είναι μια λογική επιλογή ως επιλογή φαρμάκου για την περεταίρω ρύθμιση της γλυκαιμίας. Μπορεί να χρειαστεί να προσθέσετε και άλλον παράγοντα στη μετφορμίνη για να επιτύχετε τον γλυκαιμικό στόχο του ασθενούς. Εάν ο ασθενής απέχει πολύ από τον στόχο, τότε μπορεί να επιλεγεί ένα φάρμακο με υψηλότερη αποτελεσματικότητα στη μείωση της γλυκόζης. Η αποτελεσματικότητα καταγράφεται ως:
Πολύ υψηλή αποτελεσματικότητα για τη μείωση της γλυκόζης: ντουλαγλουτίδη σε υψηλή δόση, σεμαγλουτίδη, τιρζεπατίδη, ινσουλίνη ή συνδυασμένοι ενέσιμοι παράγοντες (συνδυασμοί αγωνιστών υποδοχέα GLP-1/συνδυασμοί ινσουλίνης)
Υψηλή αποτελεσματικότητα στη μείωση της γλυκόζης: υπόλοιποι αγωνιστές GLP-1, μετφορμίνη, αναστολείς SGLT-2, σουλφονυλουρίες, θειαζολιδινεδιόνες
Ενδιάμεση αποτελεσματικότητα μείωσης της γλυκόζης: αναστολείς της διπεπτιδυλ-πεπτιδάσης 4 (DPP-4)
Διαχείριση βάρους
Στην έκθεση ομοφωνίας του Σεπτεμβρίου 2022 μεταξύ EASD & ADA, η διαχείριση του σωματικού βάρους με έμφαση στην απώλεια βάρους για τα άτομα με διαβήτη και παχυσαρκία αναβαθμίστηκε σε μείζονα στόχο, συμπρωτεύων μαζί με τη διαχείριση της γλυκαιμίας και τη ρύθμισης της γλυκοζυλιωμένης. Για τη διαχείριση του βάρους, η τροποποίηση του τρόπου ζωής (δίαιτα και άσκηση) είναι θεμελιωδώς σημαντική. Εάν η τροποποίηση του τρόπου ζωής από μόνη της είναι ανεπαρκής, σκεφτόμαστε είτε ένα φάρμακο που βοηθά στην απώλεια βάρους είτε μια μεταβολική χειρουργική επέμβαση. Θέλουμε ιδιαίτερα να εστιάσουμε στη διαχείριση βάρους σε ασθενείς που έχουν επιπλοκές από την παχυσαρκία, όπως μη αλκοολική λιπώδης νόσος του ήπατος, υπνική άπνοια, πόνος στα ισχία ή γόνατα από αρθρίτιδα, πόνοι στην πλάτη. Τα φάρμακα για την απώλεια βάρους κατά βαθμό αποτελεσματικότητας:
Πολύ υψηλή αποτελεσματικότητα για απώλεια βάρους: σεμαγλουτίδη, τιρζεπατίδη
Υψηλή αποτελεσματικότητα για απώλεια βάρους: ντουλαγλουτίδη και λιραγλουτίδη
Ενδιάμεση αποτελεσματικότητα για απώλεια βάρους: αγωνιστής υποδοχέα GLP-1 (που δεν αναφέρεται παραπάνω), αναστολείς SGLT-2
Ουδέτερο για απώλεια βάρους: αναστολείς DPP-4 και μετφορμίνη
Πού ταιριάζει η ινσουλίνη;
Εάν ο ασθενής παρουσιάζει πολύ υψηλή A1c ενώ λαμβάνει άλλα φάρμακα και η A1c του εξακολουθεί να μην είναι στο στόχο, ή εάν είναι καταβολικός και χάνει βάρος λόγω του διαβήτη, τότε η ινσουλίνη έχει σημαντική θέση στη διαχείριση της νόσου.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Αυτοαντισώματα στον Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου Ι.
04 Νοεμβρίου 2022
Αυτοαντισώματα στον Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου Ι.

Επιμέλεια: Μαρία Δημητρίου, Τμήμα Ανοσολογίας-Ιστοσυμβατότητας, Γ.Ν.Ν.Π. «Άγιος Παντελεήμων», Πειραιάς

 

Ο Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου Ι (ΣΔτΙ), είναι ένα χρόνιο αυτοάνοσο νόσημα, στο οποίο η ανοσιακή απόκριση μέσω συγκεκριμένων αυτοαντισωμάτων στρέφεται εναντίον κυττάρων τα οποία εδράζονται στο πάγκρεας. Αυτά τα αυτοαντισώματα είναι ειδικά και η σύνδεσή τους με τα κύτταρα του παγκρέατος οδηγεί σε καταστροφή ή καταστολή της φυσιολογικής τους λειτουργίας. Όσοι θα νοσήσουν από ΣΔτΙ είναι άτομα με προϋπάρχουσα γενετική προδιάθεση η οποία σε συνδυασμό με περιβαλλοντικές επιρροές συνήθως νωρίς στη ζωή, επάγει την αυτοανοσία κατά των β-κυττάρων του παγκρέατος. Η απώλεια των β-κυττάρων οδηγεί σε σταδιακή μείωση της παραγωγής ενδογενούς ινσουλίνης με αποτέλεσμα απώλεια του ελέγχου τουσακχάρου στο αίμα και επακόλουθη εξάρτηση από την χορήγηση εξωγενούς ινσουλίνης.

Η αιτιολογία της αυτοανοσίας των β-κυττάρων είναι ακόμη ασαφής. Μόλις όμως ξεκινήσει η ανοσιακή απόκριση, η εξέλιξη προς την κλινική έκφραση του ΣΔτΙ αποτυπώνεται σε3 στάδια:

1.     Ασυμπτωματική αυτοανοσία των β-κυττάρων με νορμογλυκαιμία

2.     Ασυμπτωματική αυτοανοσία των β-κυττάρων με δυσγλυκαιμία

3.     Συμπτωματικός Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου Ι.

Η αλληλουχία των γεγονότων από την αυτοανοσία έως την κλινική εμφάνιση του διαβήτη είναι σχετικά προβλέψιμη, αλλά η διάρκεια κάθε φάσης μπορεί να ποικίλλει ευρέως μεταξύ των διαφόρων ατόμων. Διάφορα γενετικά τεστ μπορούν να αποκαλύψουν τη διαστρωμάτωση του κινδύνου κατά τη γέννηση, αν και διαφορετικά γονίδια και περιβαλλοντικοί παράγοντες επηρεάζουν την αυτοανοσία των β-κυττάρων. Ως δείκτης πρόβλεψης χρησιμοποιείται ο HLA γονότυπος και κάποια αυτοαντισώματα.

            Τα πρώτα αυτοαντισώματα που περιγράφονται στον ΣΔτΙ είναι τα αυτοαντισώματα έναντι των νησιδίων του παγκρέατος (ΙCA: islet cell antibodies). Αυτά στρέφονται έναντι κυτταροπλασματικών πρωτεϊνών όλων των τύπων κυττάρων των νησιδίων. Όχι μόνο κατά των β-κύτταρων. Ανιχνεύονται με τη μέθοδο του έμμεσου ανοσοφθορισμού και με ELISA. Είναι παρόντα στο 80% των ατόμων κατά τη διάγνωση. Πλέον έχουν αντικατασταθεί σε μεγάλο βαθμό από δοκιμασίες προσδιορισμού άλλων αυτοαντισωμάτων που στρέφονται κατά συγκεκριμένων πρωτεϊνών των νησιδίων του παγκρέατος.          

Τα αυτοαντισώματα ΙΑΑ (κατά της ινσουλίνης) είναι τα πρώτα που εμφανίζονται κατά την έναρξη της νόσου ενώ μειώνεται η εμφάνισή τους με την αύξηση της ηλικίας. Ανιχνεύονται στο 80% των ασθενών κάτω των δέκα ετών με υψηλότερους τίτλους στα παιδιά κάτω των πέντε ετών και στο 60% ασθενών μεταξύ 10-20 ετών. Τα ΙΑΑ εμφανίζονται συνήθως μαζί με τα GAD65 (αυτοαντισώματαέναντι αποκαρβοξυλάσης του γλουταμινικού οξέος). Τα αυτοαντισώματα κατά του GAD65ανιχνεύονται στο 70% των ασθενών πριν την έναρξη της νόσου και στο 70-90% των ασθενών στην αρχή της νόσου. Επίσης είναι ο πιο ευαίσθητος δείκτης για το ΣΔτΙ των ενηλίκων, καθώς και για το LADA (λανθάνων αυτοάνοσος διαβήτης των ενηλίκων) με εμφάνιση 90%.

Επιπλέον αυτοαντισώματα μπορεί να εμφανιστούν και να επηρεάσουν την εξέλιξη σε καθένα από τα στάδια της ανάπτυξης της νόσου. Τα αυτοαντισώματα κατά του αντιγόνου-2των νησιδίων (ΙΑ2: islet antigen-2) πρωτεϊνικής φωσφατάσης της τυροσίνης εμφανίζονται σε ποσοστό 50-70% των παιδιών και εφήβων και σε ποσοστό 30-50% των ενηλίκων με πρόσφατα διαγνωσμένο ΣΔτΙ. Τα ΙΑ2 εμφανίζονται στο 50% των ατόμων με ΣΔτΙ ακόμη και πριν την κλινική εκδήλωση της νόσου, ενώ είναι παρόντα σε μικρό ποσοστό και στο LADA.

Τα αντισώματα έναντι του μεταφορέα ψευδαργύρου ZnT8, είναι ανιχνεύσιμα στον ορό πολλών παιδιών στο προδιαγνωστικό στάδιο και παραμένουν έως την εκδήλωση του ΣΔτΙ. Μειώνονται γρήγορα τα πρώτα χρόνια μετά την έναρξη της νόσου. Ανιχνεύονται σε ένα 25% των ασθενών με LADA ακολουθώντας σε ποσοστό συχνότητας εμφάνισης τα GAD65.

H παρουσία πολλαπλών αυτοαντισωμάτων αυξάνει σημαντικά την πιθανότητα για εκδήλωση ΣΔτΙ.70% των διαβητικών ατόμων έχουν τρία ή τέσσερα αυτοαντισώματα, ενώ μόνο το 10%έχει μόνο ένα αυτοαντίσωμα. Περίπου το 96% των ατόμων είναι θετικά για τουλάχιστον ένα από τα τέσσερα αυτοαντισώματα. Η διάρκεια του πρώτου σταδίου της παθογένεσης μπορεί να ποικίλλει από μερικούς μήνες έως και δεκαετίες. Όσο μεγαλύτερο είναι το άτομο κατά την εμφάνιση της αυτοανοσίας, όσο βραδύτερη η πρόοδος στην εμφάνιση πάνω από ένα αυτοαντίσωμα και όσο χαμηλότεροι είναι οι τίτλοι  των ΙΑΑ, τόσο περισσότερο θα καθυστερήσει η κλινική έναρξη του διαβήτη. Αντιθέτως όσο υψηλότεροι είναι οι τίτλοι των ΙΑΑ και ΙΑ2 αλλά όχι οι τίτλοι των GAD65 τόσο πιο πολύ αυξάνεται η πιθανότητα για κλινική εκδήλωση της νόσου στα προσεχή 5 έτη. Τα άτομα με αυτοαντισώματα ΙΑ2 ΚΑΙ ZnT8A τείνουν να εξελίσσονται πιο γρήγορα ως προς τη νόσο σε σχέση με τα άτομα χωρίς αυτά τα αυτοαντισώματα.    

Η αυτοάνοση διεργασία είναι δυναμική και συνεχώς εξελισσόμενη. Ο ανοσολογικός έλεγχος που διενεργείται σε μια δεδομένη στιγμή αποτελεί ένα στιγμιότυπο και μόνο, αυτής της εξέλιξης. Έχοντας αυτό κατά νου, αντιλαμβανόμαστε ότι τα διάφορα αυτοαντισώματα δεν εμφανίζονται πάντα συγχρόνως επομένως οι προσδιορισμοί θα πρέπει να επαναλαμβάνονται. Επιπλέον πρέπει να θυμόμαστε ότι η εξαφάνιση των αυτοαντισωμάτων δε σημαίνει και την παύση της καταστροφής των β-κυττάρων. Για να εξαχθούν συμπεράσματα ως προς την προγνωστική αξία των αυτοαντισωμάτων σε συγγενείς ασθενών με τουλάχιστον ένα αυτοαντίσωμα απαιτείται στενή παρακολούθηση με προσδιορισμό τους για αρκετά έτη. Ο ΣΔτΙ δεν είναι 100% κληρονομικός. Δεν έχει εντοπιστεί ένα συγκεκριμένο γονίδιο που να προκαλεί τη νόσο. Πολλοί άνθρωποι αναπτύσσουν τη νόσο χωρίς οικογενειακό ιστορικό. Επίσης πολλά άτομα που φέρουν ένα αυτοαντίσωμα, ενδέχεται να μην αναπτύξουν ποτέ διαβήτη. Είναι αδύνατο μα και οικονομικά ασύμφορο να ελεγχθούν όλοι καθώς οι διαγνώσεις θα ήταν ελάχιστες και τα ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα αρκετά. Προς το παρόν οι δοκιμασίες προσδιορισμού αντισωμάτων συνιστώνται μόνο σε όσους έχουν άμεσα μέλη της οικογένειας με διάγνωση ΣΔτΙ ή σε όσους η διάγνωση είναι ασαφής.

 

Συμπερασματικά

Η εμφάνιση των αυτοαντισωμάτων για το ΣΔτΙ μπορεί να προηγείται της κλινικής εκδήλωσης της νόσου για χρόνια, ακόμη και δεκαετίες. Η ανίχνευση πολλαπλών αυτοαντισωμάτων αποτελεί ένα ισχυρό προγνωστικό παράγοντα για ανάπτυξη της νόσου. Ο συνδυασμός προσδιορισμού αυτοαντισωμάτων επιτρέπει την ταυτοποίηση του ΣΔτΙ ο οποίος έχει ήδη ξεκινήσει σε 98% των περιπτώσεων.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

1.     Couper JJ, Haller MJ, Ziegler AG et al. ISPAD ClinicalPractice Consensus Guidelines 2014. Phases of type 1 diabetes in children andadolescents. Pediatr Diabetes 2014;15(Suppl 20):18–25.

2.      KrischerJP, Lynch KF, Schatz DA et al. The 6 year incidence of diabetes-associatedautoantibodies in genetically at-risk children: the TEDDY study. Diabetologia 2015;58:980–987.

3.      BingleyPJ. Clinical applications of diabetes antibody testing. J Clin Endocrinol Metab2010; 95:25–33.

4.      AnderssonC, Kolmodin M, Ivarsson SA et al. Islet cell antibodies (ICA)identify autoimmunity in children with new on- set diabetes mellitus negativefor other islet cell antibodies. Pediatr Diabetes 2013; 15:336–344.

5.      SteckAK, Dong F, Waugh K et al. Predictors of slow progression to diabetes in childrenwith multiple islet autoanti- bodies. J Autoimmun 2016; 72:113–117.

6.      Yu L,Boulware DC, Beam CA et al. Zinc transporter-8 autoantibodies improve predictionof type 1 diabetes in relatives positive for the standard biochemicalautoantibodies. Diabetes Care 2012; 35:1213–1218.

7.      DelliAJ, Vaziri-Sani F, Lindblad B et al. Zinc transporter 8autoantibodies and their association with SLC30A8 and HLA-DQ genes differbetween immigrant and Swedish patients with newly diagnosed type 1 diabetes inthe Better Diabetes Diagnosis study. Diabetes 2012; 61:2556–2564.

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Σακχαρώδης Διαβήτης Κύησης, Σωματικό Βάρος & Υδατάνθρακες
12 Οκτωβρίου 2022
Σακχαρώδης Διαβήτης Κύησης, Σωματικό Βάρος & Υδατάνθρακες

Άννα Μωυσίδη

Διαιτολόγος –Διατροφολόγος BSc.MSc.

Ειδίκευση Σακχαρώδης Διαβήτης και Παχυσαρκία

 

Κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης όλες οι γυναίκες αναπτύσσουν ινσουλινοαντίσταση με σκοπό να εξασφαλιστεί η παροχή όλων των απαραίτητων θρεπτικών συστατικών (γλυκόζη, λιπαρά οξέα, αμινοξέα) στο έμβρυο. Στις περιπτώσεις όμως που η έκκριση της ινσουλίνης δεν μπορεί να υπερνικήσει την ινσουλινοαντίσταση που παρουσιάζεται φυσιολογικά στην έγκυο τότε υπάρχει πιθανότητα εμφάνισης Σακχαρώδη Διαβήτη Κύησης (ΣΔΚ). Ο λόγος για τον οποίο η έγκυος που διαγιγνώσκεται με ΣΔΚ καλείται να ελέγχει και να ρυθμίσει το σάκχαρό της είναι γιατί η πλεονάζουσα γλυκόζη που διαπερνά τον πλακούντα προκαλεί υπερέκκριση ινσουλίνης από το ίδιο το έμβρυο πράγμα που μπορεί να οδηγήσει σε εμβρυϊκή μακροσωμία, δηλαδή, αυξημένο βάρος νεογνού κατά τη γέννηση. Επιπλέον, η παρουσία ΣΔΚ αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2 (ΣΔΤ2) στη μητέρα και το παιδί, ενώ, φαίνεται να σχετίζεται και με την παρουσία παχυσαρκίας στο παιδί ήδη από τα πρώτα χρόνια της ζωής του. Η θεραπεία πρώτης γραμμής για γυναίκες με ΣΔΚ περιλαμβάνειτην ελεγχόμενη πρόσληψη σωματικού βάρους, το τακτικό ζύγισμα, την εφαρμογή ενός εξατομικευμένου πλάνου διατροφής, την αύξηση της φυσικής δραστηριότητας (εάν το επιτρέπει ο θεράποντας ιατρός) και την αυτομέτρηση σακχάρου αίματος. Με τον τρόπο αυτό το 70-85% των γυναικών με ΣΔΚ φαίνεται να καταφέρνει να ρυθμίσει το σάκχαρο και τελικά να μην χρειαστεί να προχωρήσει σε εξωγενή χορήγηση ινσουλίνης.

Πρόσληψη σωματικού βάρους και ΣΔΚ:

Οι παράγοντες που επηρεάζουν την πρόσληψη σωματικού βάρους κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και μας βοηθούν να θέσουμε τα απαραίτητα όρια είναι ο δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ)που είχε η γυναίκα πριν την εγκυμοσύνη, αλλά και το τρίμηνο στο οποίο βρίσκεται. Ένας πολύ γενικός κανόνας που ισχύει είναι πως η έγκυος χρειάζεται να προσλαμβάνει περίπου 300-400 γραμμάρια την εβδομάδα, πράγμα που αν το μεταφράσουμε σε κιλά αντιστοιχεί περίπου σε 10-12 κιλά συνολικά. Σε κάθε περίπτωση οι στόχοι αυτοί εξατομικεύονται ανάλογα τις ανάγκες της εγκύου. Ο λόγος για τον οποίο είναι σημαντική η πρόσληψη βάρους κατά την εγκυμοσύνη είναι γιατί θα συμβάλει στην ενδομήτρια ανάπτυξη του εμβρύου. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης στοχεύουμε στην ελεγχόμενη πρόσληψη βάρους και όχι στην απώλεια βάρους ακόμα και σε περιπτώσεις παχυσαρκίας.

Υδατάνθρακες και ΣΔΚ:

Στις περισσότερες γυναίκες με ΣΔΚ γεννάται δικαιολογημένα η απορία σχετικά με τον έλεγχο του σακχάρου αίματος και την κατανάλωση υδατανθράκων, εφόσον, γνωρίζουμε πως το μεγαλύτερο ποσοστό των υδατανθράκων της τροφής που καταναλώνουμε θα μετατραπεί τελικά σε γλυκόζη με αποτέλεσμα να οδηγήσει σε υπεργλυκαιμία. Παρόλα αυτά η διατροφή της εγκύου με ΣΔΚ θα πρέπει να περιλαμβάνει υδατάνθρακες, καθώς, πρόκειται για το πιο σημαντικό θρεπτικό συστατικό της τροφής κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Συγκεκριμένα, οι υδατάνθρακες αποτελούν πηγή ενέργειας για την έγκυο και το έμβρυο, ενώ, ταυτόχρονα συμβάλουν στην ενδομήτρια ανάπτυξη και την εγκεφαλική λειτουργία του εμβρύου. Επιπλέον, η παρουσία υδατανθράκων στο γεύμα και κατά συνέπεια η χρήση της γλυκόζης για την παραγωγή ενέργειας προφυλάσσει την έγκυο από κετονουρία και επεισόδια κέτωσης που έχουν συνδεθεί με εγκεφαλική και κινητική δυσλειτουργία του εμβρύου. Καλό θα είναι να έχουμε υπόψιν πως στην περίπτωση που η έγκυος περιορίσει τους υδατάνθρακες στη διατροφή της, θα αναγκαστεί να καλύψει τις αυξημένες ενεργειακές της ανάγκες από μακροθρεπτικά συστατικά όπως είναι τα λιπαρά, πράγμα που σχετίζεται με την εμφάνιση ελεύθερων λιπαρών οξέων στην συστηματική κυκλοφορία και την αντίσταση στην ινσουλίνη.

Βάση κατευθυντήριων οδηγιών οι υδατάνθρακες θα πρέπει να αποτελούν το 45-65% της συνολικής ημερήσιας θερμιδικής πρόσληψης και σε κάθε περίπτωση η έγκυος χρειάζεται να προσλαμβάνει τουλάχιστον 175 γραμμάρια υδατανθράκων την ημέρα. Πηγές υδατανθράκων που μπορεί να επιλέξει είναι: προϊόντα ολικής άλεσης ή αλλιώς τα λεγόμενα ‘’σκουρόχρωμα’’ τρόφιμα(ψωμί, φρυγανιές, παξιμάδια, μακαρόνια, ρύζι, κριθαράκι, δημητριακά, βρώμη, πιττάκια, τορτίγια), λαχανικά (όλων των ειδών & χρωμάτων), αμυλούχα λαχανικά (φασολάκια, αρακάς, γλυκοπατάτα), φρούτα (φρούτα όλων των ειδών, άγουρα), όσπρια (όλων των ειδών, όχι χυλωμένα), γαλακτοκομικά προϊόντα χαμηλά σε λιπαρά. Πηγές υδατανθράκων που καλό θα είναι να αποφύγει στην παρούσα φάση: ζάχαρη, μέλι, μαρμελάδα, χυμοί φρέσκων φρούτων ή του εμπορίου, αναψυκτικά,  επεξεργασμένα τρόφιμα, γλυκίσματα (μπισκότα, κέικ, κρουασάν, πάστες, σοκολάτες), τηγανιτές πατάτες, πουρές πατάτας.

Χρήσιμα διατροφικά tips και ΣΔΚ:

Tip & φυτικέςίνεςκαταναλώστε τουλάχιστον 600γρ φρούτων & λαχανικών την ημέρα και εμπλουτίστε τη διατροφή σας με προϊόντα ολικής άλεσης για να μπορέσετε να εξασφαλίσετε τις ημερήσιες ανάγκες σας σε φυτικές ίνες.

Tip & γλυκαιμικός δείκτης: επειδή οι γυναίκες με ΣΔΚ παρουσιάζουν μειωμένη πρώτη φάση έκκρισης ινσουλίνης θα χρειαστεί να συμβουλευτείτε τους πίνακες κατάταξης τροφίμων με βάση το γλυκαιμικό δείκτη και να επιλέξετε τρόφιμα με το χαμηλότερο γλυκαιμικό δείκτη.

Tip &πρωινό γεύμα: λόγω του φαινομένου της αυγής τις πρωινές ώρες προκύπτει φυσιολογικά υπεργλυκαιμία, οπότε καλό θα είναι να μην ενισχύστε την ήδη υπάρχουσα υπεργλυκαιμία με τρόφιμα πλούσια σε υδατάνθρακες.

Tip & κατανομή γευμάτων: προγραμματίστε 3 κυρίως γεύματα και 2-3 snacks αφήνοντας σαφή κενά μεταξύ των γευμάτων. Αυτό εξυπηρετεί στον καταμερισμό των θερμίδων μέσα στην ημέρα, στην επίτευξη του κορεσμού αλλά και στην αποφυγή υπερκατανάλωσης υδατανθράκων σε ένα μόνο γεύμα. Συμβουλευτείτε έναν διατροφολόγο που θα συντάξει για εσάς ένα εξατομικευμένο πρόγραμμα διατροφής με μετρημένους υδατάνθρακες απαλλάσσοντάς σας από αυτή τη σχετικά απαιτητική διαδικασία.

Συμπερασματικά:

Οι υδατάνθρακες των τροφών είναι αυτοί που θα επηρεάσουν σε μεγαλύτερο βαθμό τα επίπεδα του σακχάρου μεταγευματικά. Παρόλα αυτά πρόκειται για ένα απαραίτητο θρεπτικό συστατικό που η έγκυος με ΣΔΚ καλείται να προσλαμβάνει καθόλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Σε κάθε περίπτωση το συνολικό ποσό των υδατανθράκων που θα χρειαστεί να καταναλώσει ημερησίως αποτελεί διαδικασία εξατομίκευσης, ενώ ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δίνεται στον τύπο των υδατανθράκων που επιλέγει η έγκυος με ΣΔΚ. Από τη συνεργασία του θεράποντος ιατρού και του διατροφολόγου η έγκυος θα εξασφαλίσει ελεγχόμενη πρόσληψη σωματικού βάρους και βέλτιστη γλυκαιμική ρύθμιση. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
ADA 22nd SCIENTIFIC SESSIONS NEW ORLEANS, USA  HIGHLIGHTS
12 Ιουνίου 2022
ADA 22nd SCIENTIFIC SESSIONS NEW ORLEANS, USA HIGHLIGHTS

ADA 22nd SCIENTIFICSESSIONS NEW ORLEANS, USA

 HIGHLIGHTS

 Φουστέρης Ευάγγελος, M.D., Ph.D.

Παθολόγος με εξειδίκευση στο ΣΔ

 

1.   Προσχέδιο της Συναινετικής Έκθεσης των ADA-EASD 2022 για τη διαχείριση της υπεργλυκαιμίας στον διαβήτη τύπου 2

a.   Η παχυσαρκία έχει γίνει συν-πρωταρχικός στόχος για τη διαχείριση του διαβήτη τύπου 2

b.   Πρώιμη συνδυαστική θεραπεία

c.   Εστίαση στην εκπαίδευση και αλλαγή στον τρόπο ζωής

d.   Ιατρική με ενσυναίσθηση με επίκεντρο τον ασθενή

e.   Πρόληψη των επιπλοκών του διαβήτη

 

2.   Συναινετική Έκθεση της Αμερικανικής Διαβητολογικής Εταιρείας για την 1. Καρδιακή ανεπάρκεια: Μια υποτιμημένη επιπλοκή του διαβήτη:

a.   Ο σκοπός αυτής της συναινετικής έκθεσης της Αμερικανικής Ένωσης Διαβήτη σε συνεργασία με το Αμερικανικό Κολλέγιο Καρδιολογίας είναι να παρέχει σαφή καθοδήγηση στους επαγγελματίες υγείας σχετικά με τις καλύτερες προσεγγίσεις για τον έλεγχο και τη διάγνωση της καρδιακής ανεπάρκειας σε άτομα με διαβήτη ή προδιαβήτη με στόχο τη διασφάλιση της πρόσβασης στη βέλτιστη τεκμηριωμένη διαχείριση για όλους και για τον μετριασμό των κινδύνων σοβαρών επιπλοκών(ελεύθερο pdfonline στο Diabetes Care)

 

3.   Σεμαγλουτίδη στα 2,4 mg ανά εβδομάδα μειώνει τον 10ετή κίνδυνο εμφάνισης ΣΔτ2 σε άτομα υπέρβαρα ή με παχυσαρκία

a.   Οι ερευνητές υπολόγισαν τον 10ετή κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2 μεταξύ των συμμετεχόντων των μελετών STEP1 & 4 μέσω ειδικού λογιστικού μοντέλου που ονομάζεται Σταδιοποίηση Καρδιομεταβολικής Νόσου (CMDS), η οποία σταδιοποιεί τον καρδιομεταβολικό κίνδυνο σε 5 επίπεδα από μεταβολικά υγιή (στάδιο 0) έως εμφάνιση διαβήτη τύπου 2 και καρδιαγγειακή νόσο (στάδιο 4)

b.   Οι ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με σεμαγλουτίδη στην STEP 1 μείωσαν τη μέση βαθμολογία κινδύνου για διαβήτη τύπου 2 από 18,2% σε 7,1% (μείωση κινδύνου 61%), έναντι μείωσης του σκέλους εικονικού φαρμάκου από 17,8% σε 15,6% (μείωση κινδύνου 13%, P <,01)

c.   ΣτηνSTEP 4, οι ασθενείς που έλαβαν σεμαγλουτίδη είχαν δείκτη κινδύνου για διαβήτη τύπου 2 20,6%. Μεταξύ των ασθενών που έλαβαν θεραπεία, ο μέσος κίνδυνος μειώθηκε στο 11,4% την εβδομάδα 20 και μετά στο 7,7% την εβδομάδα 68 (μετά την περίοδο απόσυρσης).Μεταξύ των ασθενών που έλαβαν εικονικό φάρμακο, ο μέσος κίνδυνος μειώθηκε στο10,7% την εβδομάδα 20, αλλά στη συνέχεια αυξήθηκε έως και 15,4% μετά την περίοδο απόσυρσης, δείχνοντας συνολική μείωση 32% με τη σεμαγλουτίδη έναντι αύξησης 41%με εικονικό φάρμακο (P <,01)

d.   Η θεραπεία με σεμαγλουτίδη μειώνει τον 10ετή κίνδυνο διαβήτη τύπου 2 κατά περίπου60% ανεξάρτητα από την αρχική γλυκαιμική κατάσταση, ενώ απαιτείται συνεχής θεραπεία για τη διατήρηση αυτού του οφέλους

 

4.   ΜελέτηAWARD-PEDS

a.   Η AWARD-PEDS έδειξε ότι παιδιά και έφηβοι 10-18 ετών με διαβήτη τύπου 2 (με ή χωρίς μετφορμίνη ή βασική ινσουλίνη ) και παχυσαρκία που έλαβαν θεραπεία με εβδομαδιαίες ενέσεις 0,75 mg ή 1,5 mg ντουλαγλουτίδης είχαν χαμηλότερη A1c στις 26 εβδομάδες από τους ασθενείς που έλαβαν εικονικό φάρμακο

b.   Τα πιο κοινά ανεπιθύμητα συμπτώματα ήταν γαστρεντερικά και το προφίλ ασφάλειας ήταν συνεπές με αυτό στους ενήλικες

c.   Το φάρμακο δεν είχε καμία επίδραση στον δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ)

d.   Η Eli Lilly υποβάλλει τώρα αυτά τα αποτελέσματα στονFDA για να λάβει τη σχετική ένδειξη

 

5.   ΜελέτηSURPASS-4 και νεφρικό όφελος

a.   Η μία φορά την εβδομάδα υποδορίως χορηγούμενη τιρζεπατίδη σε σύγκριση με θεραπεία με ινσουλίνη glargine οδήγησε σε σημαντική βελτίωση στη μείωση του εκτιμώμενουGFR, μείωσε τον λόγο λευκωματίνης ούρων προς κρεατινίνη UACR και μείωσε τον κίνδυνο νεφρικής νόσου τελικού σταδίου

b.   Η ανάλυση έδειξε επίσης χαμηλό κίνδυνο κλινικά σημαντικής υπογλυκαιμίας στους συμμετέχοντες με διαβήτη τύπου 2 με υψηλό καρδιαγγειακό κίνδυνο και διάφορα στάδια χρόνιας νεφρικής νόσου

c.   Αυτά είναι πολύ μεγάλα οφέλη και δείχνουν ξεκάθαρα τη δυνατότητα της τιρζεπατίδης να είναι ένα πολύ ισχυρό προστατευτικό φάρμακο για τα νεφρά

 

6.   Η ύφεση είναι δυνατή σε ασθενείς με διαβήτη τύπου 2

a.   Μια νέα προσέγγιση που περιλαμβάνει αισθητήρες, τεχνητή νοημοσύνη και εξατομικευμένη καθοδήγηση στον τρόπο ζωής σε πραγματικό χρόνο από μια εφαρμογή(application) και σύνδεση με εκπαιδευτές οδήγησε σε υψηλό ποσοστό ύφεσης του διαβήτη τύπου 2

b.   Οι 199 ασθενείς μέσης ηλικίας 43 ετών που είχαν διαβήτη τύπου 2 για μέσο όρο 3,7ετών και έως 8 ετών, έλαβαν οδηγίες/εκπαίδευση για τον τρόπο ζωής και η μέση A1c τους μειώθηκε από 9,0% σε 5,7% στους 6 μήνες

c.   Το 84% των ασθενών παρουσίασαν ύφεση του διαβήτη στους 6 μήνες

 

7.   Μελέτη iLet για το βιονικό πάγκρεας

a.   Η μεγαλύτερη τυχαιοποιημένη κλινική μελέτη μέχρι σήμερα οποιουδήποτε συστήματος αυτοματοποιημένης χορήγησης ινσουλίνης και περιελάμβανε έναν πιο ποικίλο πληθυσμό ατόμων με διαβήτη τύπου 1, συμπεριλαμβανομένων περισσότερων από μειονοτικές ομάδες και εκείνων με υψηλότερα αρχικά επίπεδα A1c από ό,τι σε προηγούμενες μελέτες

b.   Η μελέτη έδειξε μειώσεις της A1c χωρίς αύξηση της υπογλυκαιμίας σε ενήλικες και παιδιά με διαβήτη τύπου 1 με μεγαλύτερη αυτοματοποίηση από τα διαθέσιμα επί του παρόντος υβριδικά συστήματα χορήγησης ινσουλίνης κλειστού βρόχου ή τεχνητού παγκρέατος

c.   Μετά από 13 εβδομάδες, η μέση A1c μειώθηκε κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες με το iLetσε σύγκριση με την τυπική θεραπεία και κατά 0,7 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ των συμμετεχόντων με βασικά επίπεδα A1c > 7,0%

d.   Δεν υπήρξε αύξηση στην υπογλυκαιμία και όσοι χρησιμοποίησαν τη συσκευή πέρασαν κατά μέσο όρο 2,6 ώρες περισσότερο χρόνο εντός εύρους (επίπεδα γλυκόζης 70-180mg/dL)

e.   Οι βελτιώσεις στην A1c ήταν μεγαλύτερες σε εκείνους με υψηλότερη αρχική τιμή A1cκαι παρατηρήθηκαν και σε μειονοτικές φυλετικές ομάδες και σε διάφορα κοινωνικοοικονομικά/εκπαιδευτικά επίπεδα

f.    Αυτή η μελέτη δείχνει ότι ανεξαρτήτως εθνικότητας ή κοινωνικής θέσης, υπήρχε όφελος, επομένως αυτό υπογραμμίζει τη σημασία της ίσης φροντίδας

 

8.   ΜελέτηCREATE

a.   Η πρώτη τυχαιοποιημένη πολυκεντρική κλινική μελέτη διάρκειας 24 εβδομάδων για την αξιολόγηση της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας του πιο συχνά χρησιμοποιούμενου συστήματος αυτοματοποιημένης παροχής ινσουλίνης ανοιχτού κώδικα (AID). Η μελέτη συνέκρινε το AID ανοιχτού κώδικα, χρησιμοποιώντας τον αλγόριθμο OpenAPS από την έκδοση του Android APS και υλοποιήθηκε σε smartphoneμε την αντλία ινσουλίνης DANA-i™ και το Dexcom G6® CGM

b.   Στρατολογήθκε ένας ποικίλος πληθυσμός ασθενών, πολλοί από τους οποίους είχαν μικρή ή καθόλου εμπειρία με το AIDS: παιδιά (7-15 ετών) και ενήλικες (16-70 ετών), για έλεγχο της αποτελεσματικότητας και ασφάλειας του AID ανοιχτού κώδικα

c.   Η μελέτη έδειξε ότι τα συστήματα AID είναι μια ασφαλής και αποτελεσματική θεραπεία για άτομα με διαβήτη τύπου 1

 

9.   Το μέλλον της ινσουλίνης: εβδομαδιαίες, από του στόματος, έξυπνες ινσουλίνες

a.   Μελέτη φάσης 2 αξιολόγησε την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα της εβδομαδιαίας βασικής ινσουλίνης Fc (BIF)σε σύγκριση με την ινσουλίνη degludec σε άτομα με διαβήτη τύπου 2 που είχαν λάβει προηγουμένως από του στόματος αντιδιαβητικά φάρμακα και βασική ινσουλίνη και αποκάλυψε ότι η BIF δεν ήταν κατώτερη από την degludec στον γλυκαιμικό έλεγχο, όπως μετρήθηκε με την αλλαγή στο A1C μετά από 32 εβδομάδες

b.   Άλλη μελέτη φάσης 2 εξέτασε δύο διαφορετικές προσεγγίσεις για τη μετάβαση σε εβδομαδιαία βασική ινσουλίνη icodec σε άτομα με διαβήτη τύπου 2 που λάμβαναν καθημερινή βασική ινσουλίνη και ένα ή περισσότερα από του στόματος φάρμακα για τη μείωσης της γλυκόζης: Η μελέτη έδειξε ότι η αλλαγή από την καθημερινή βασική ινσουλίνη σε μία φορά την εβδομάδα ινσουλίνη icodec ήταν καλά ανεκτή και παρείχε αποτελεσματικό γλυκαιμικό έλεγχο

c.   Οι μελέτες φάσης 2 έδειξαν ότι η από του στόματος κάψουλα ινσουλίνης ORMD-801μείωσε σημαντικά τα επίπεδα A1C σε άτομα με διαβήτη τύπου 2 που ελέγχονταν ανεπαρκώς με άλλα φάρμακα ΣΔτ2

d.   Η ευαίσθητη στην γλυκόζη ινσουλίνη ή «έξυπνη ινσουλίνη» μπορεί να ενεργοποιηθεί μέσω της χρήσης ενός συνθετικού «διακόπτη» που μπορεί να ανοίξει ή να κλείσει χρησιμοποιώντας έναν απλό αισθητήρα σακχάρου, ελαχιστοποιώντας τον κίνδυνου πογλυκαιμίας

 

10. Η διαχείριση της παχυσαρκίας ως πρωταρχικός στόχος θεραπείας για τον διαβήτη τύπου 2

a.   Οι ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 έχουν οφέλη για την υγεία τους ακόμα και μετά από απώλεια βάρους μόλις 3%

b.   Με σημαντική απώλεια βάρους, ορισμένοι ασθενείς περνούν σε ύφεση. Και δεν έχει σημασία πώς χάνεται το βάρος - είτε μέσω παρέμβασης στον τρόπο ζωής, βαριατρικής χειρουργικής ή φαρμακευτικής αγωγής

c.   Η απώλεια βάρους, ανεξάρτητα από το πόσο πολύ ή πόσο λίγο, έχει οφέλη για την υγεία για τα παχύσαρκα άτομα με διαβήτη τύπου 2. Και όσο περισσότερα χάνουν, τόσο καλύτερο το αποτέλεσμα

 

11. Μελέτη SURMOUNT-1

a.   Η θεραπεία ατόμων με παχυσαρκία αλλά χωρίς διαβήτη με τον διπλό αγωνιστή ινκρετίνης τιρζεπατίδη παρήγαγε με ασφάλεια «πρωτοφανή» επίπεδα απώλειας βάρους στη συντριπτική πλειονότητα των ασθενών στην SURMOUNT-1, μια ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο μελέτη με περισσότερα από 2500 άτομα με παχυσαρκία ή υπέρβαρα

b.   Η υψηλότερη δόση τιρζεπατίδης, 15 mg/εβδομάδα, σε διάστημα 72 εβδομάδων, προκάλεσε 5% ή μεγαλύτερη απώλεια στο αρχικό βάρος στο 91%-96% των ασθενών, ένα αποτέλεσμα που "δεν είχε παρατηρηθεί προηγουμένως" σε καμία προηγούμενη μελέτη φάσης 3 φαρμάκου απώλειας βάρους, σημείωσε ο Jastreboff,ένας ενδοκρινολόγος και διευθυντής διαχείρισης βάρους και πρόληψης της παχυσαρκίας στο Yale School of Medicine στο New Haven του Κονέκτικατ

c.   Ο μέσος ρυθμός απώλειας βάρους μεταξύ των 630 ατόμων που έλαβαν τιρζεπατίδη 15mg/εβδομάδα ήταν 22,5% κατά τη θεραπεία

d.   Σε περεταίρω ανάλυση, το 40% των ατόμων που έλαβαν την υψηλότερη δόση τιρζεπατίδης των 15 mg/εβδομάδα είχαν τουλάχιστον 25% απώλεια του βασικού βάρους κατά τη θεραπεία, ένα άλλο παράδειγμα πρωτοφανούς επιτεύγματος απώλειας βάρους

 

12. Η συμπεριφορική θεραπεία και η αυτοπαρακολούθηση είναι κρίσιμες για την απώλεια βάρους

a.   Οι στρατηγικές συμπεριφορικής θεραπείας περιλαμβάνουν τον εντοπισμό προσωπικών ερεθισμάτων και την αλλαγή του περιβάλλοντος για τον έλεγχο του ερεθίσματος

b.   Το πραγματικό κλειδί της επιτυχίας είναι η αυτοπαρακολούθηση του βάρους, της κατανάλωσης θερμίδων και της φυσικής δραστηριότητας

c.   Η συμπεριφορική θεραπεία θα πρέπει να προάγει τις διαδικασίες αυτορρύθμισης, τις δεξιότητες προσαρμογής στην πρόσληψη τροφής ως απάντηση στην αύξηση βάρους

d.   Επίσης θα πρέπει οι πάσχοντες να μάθουν να ελέγχουν τα επεισόδια υπερφαγίας και να ενδυναμώσουν την αυτοπεποίθηση τους, θέτοντας μικρούς, ρεαλιστικούς στόχους που τους επιτρέπουν να τους επιτύχουν

 

13. Το οικονομικό κόστος του διαβήτη

a.   Του ψηλό κόστος για τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται από ασθενείς με διαβήτη συνδέεται με μειωμένη χρήση αυτών των φαρμάκων και τελικά χειρότερα κλινικά αποτελέσματα, σύμφωνα με τα ευρήματα από δύο ξεχωριστές μελέτες:

                                         i.    Μελέτη εξέτασε τα αρχεία ασφάλισης περισσότερων από 70.000 ασθενών στις ΗΠΑ με διαβήτη τύπου 2 και διαπιστωμένη καρδιαγγειακή νόσο που έπαιρναν ήδη μετφορμίνη. Τα ευρήματα έδειξαν ότι, μετά από προσαρμογή για συγχυτικούς παράγοντες, το τεταρτημόριο των ασθενών με την υψηλότερη συμμετοχή στο κόστος φαρμάκων (λήψη SGLT-2 αναστολέων), εκτελούσε τη συνταγή 21% λιγότερο συχνά από ό,τι οι ασθενείς από το τεταρτημόριο με το χαμηλότερο προσωπικό κόστος

Μια παρόμοια ανάλυση που εξέτασε τους αγωνιστέςGLP-1, έδειξε ότι το τεταρτημόριο των ασθενών που έπρεπε να πληρώσουν περισσότερη συμμετοχή για ένα από αυτά τα φάρμακα είχαν προσαρμοσμένο 12%χαμηλότερο ποσοστό εκτέλεσης της συνταγής, σε σύγκριση με εκείνους με χαμηλότερη συμμετοχή στα φάρμακα                                         

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Τεχνολογικές εξελίξεις στη θεραπευτική διαχείριση του σακχαρώδη διαβήτη
31 Μαΐου 2022
Τεχνολογικές εξελίξεις στη θεραπευτική διαχείριση του σακχαρώδη διαβήτη

 Αθανασία Κ. Παπαζαφειροπούλου

Α΄ Παθολογικό Τμήμα & Διαβητολογικό Κέντρο Γ.Ν.Π. Τζάνειο, Πειραιάς

Συνεχής καταγραφή γλυκόζης

Οι εξελίξεις στον τομέα της τεχνολογίας του σακχαρώδη διαβήτη (ΣΔ), ο οποίες διαδραματίζουν συνεχώς αυξανόμενο ρόλο στη θεραπευτική διαχείριση του ΣΔ, και αφορούν δύο κύριες κατηγορίες: τις συσκευές καταγραφής γλυκόζης και τα συστήματα παροχής ινσουλίνης, δηλαδή τις αντλίες και τις πένες χορήγησης ινσουλίνης. Υπάρχουν δύο τύποι συσκευών ελέγχου της γλυκόζης αίματος: οι κλασικοί μετρητές γλυκόζης αίματος (στους οποίους απαιτείται το τρύπημα του δακτύλου για τη λήψη αίματος) και οι συσκευές συνεχούς καταγραφής γλυκόζης (Continuous Glucose Monitoring, CGM), οι οποίοι μας παρέχουν συνεχή εκτίμηση των επίπεδων γλυκόζης και των υπογλυκαιμικών επεισοδίων στη διάρκεια του 24ωρου. Οι αντλίες ινσουλίνης αντλίες συνεχούς υποδόριας έγχυσης ινσουλίνης περιλαμβάνουν το κλειστό σύστημα αντλίας συνεχούς έγχυσης ινσουλίνης με πομπό CGM και τα υβριδικά κλειστά κυκλώματα με πομπό CGM. Τέλος, οι "έξυπνες" πένες ινσουλίνης παρέχουν στον ασθενή τη δυνατότητα για υπολογισμό της δόσης ινσουλίνης, δίνουν πληροφορίες σχετικά με τη συχνότητα χορήγησης ινσουλίνης και την τυχόν παράλειψη δόσεων, παρέχοντας με τον τρόπο αυτό περαιτέρω πλεονεκτήματα στην παρακολούθηση και συμμόρφωση τους στην λαμβανόμενη αγωγή. 

Η CGM αποτελεί μέθοδο μέτρησης της γλυκόζης στο διάμεσο υγρό που πλεονεκτεί έναντι της συμβατικής μεθόδου από το δάκτυλο και συμβάλει σημαντικά στην ρύθμιση της γλυκαιμικής εικόνας του ατόμου με ΣΔ. Οι συσκευές CGM αποτελούνται από τον αισθητήρα, το πομπό και τον ασύρματο δέκτη. Ο αισθητήρας τοποθετιέται υποδόρια, με ελάχιστα επεμβατικό τρόπο, και μέσω του ενζύμου οξειδάσης της γλυκόζης παρέχει μια έμμεση αξιολόγηση της συγκέντρωσης της γλυκόζης στο πλάσμα, μέσω της μέτρησης της στο εξωκυτταρικό διάμεσο υγρό. Στη συνέχεια τα δεδομένα μεταδίδονται ασύρματα στο δέκτη ή κάποια «έξυπνη» συσκευή που μπορεί να εμφανίσει σε πραγματικό χρόνο τα επίπεδα γλυκόζης του ατόμου. Στα νεότερα CGMs απαιτούνται 0-2 μετρήσεις σακχάρου στο τριχοειδικό αίμα (βαθμονομήσεις) καθημερινά, από τον ίδιο τον ασθενή, για τη βαθμονόμηση της συσκευής. Ένα από τα μεγαλύτερα πλεονεκτήματα στη χρήση των CGMs είναι η πληροφορία της τάσης δηλαδή της κατεύθυνσης και του ρυθμού μεταβολής της γλυκόζης που αποτυπώνεται με το βέλος δίπλα στην τρέχουσα τιμή γλυκόζης (↓, ↓↓, →, ↑,↑↑). Γνωρίζοντας την κατεύθυνση του ρυθμού μεταβολής της γλυκόζης, και όχι μόνο την τρέχουσα τιμή, οι ασθενείς μπορούν να προβλέπουν πού θα κυμανθεί το επίπεδο γλυκόζης στα επόμενα 15-30 λεπτά.

Οι συσκευές CGM επιτρέπουν τη συνεχή παρακολούθηση των τιμών της γλυκόζης του αίματος παρέχοντας μια ολοκληρωμένη εικόνα της γλυκαιμικής μεταβλητότητας και δίνει πληροφορίες για τις διακυμάνσεις της γλυκόζης που παρατηρούνται μετά τα γεύματα, την άσκηση, κατά τη διάρκεια του ύπνου και με συγκεκριμένες αντιδιαβητικές αγωγές βοηθώντας με τον τρόπο αυτό στη αποτελεσματική διαχείριση του ΣΔ . Έχει φανεί ότι η χρήση των συσκευών CGM σχετίζεται με βελτιωμένο γλυκαιμικό έλεγχο, με λιγότερο χρόνο σε υπεργλυκαιμία και υπογλυκαιμία και με μείωση των μικροαγγειακών διαβητικών επιπλοκών. Η CGM είναι ιδιαίτερα χρήσιμη σε άτομα που παρουσιάζουν ανεπίγνωστες υπογλυκαιμίες και υπογλυκαιμίες κατά τη διάρκεια της νύχτας . Τα συστήματα CGM διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες:

Σε εκείνα που εμφανίζουν δεδομένα κατ’ επίκληση του χρήστη (intermittently scanned, isCGM),  τα οποία δεν απαιτούν βαθμονόμηση, χωρίς συναγερμούς για τη διακύμανση της γλυκόζης και υποχρεωτική μέτρηση σακχάρου τριχοειδικού αίματος σε ακραίες τιμές.  

Σε εκείνα που εμφανίζουν δεδομένα σε πραγματικό χρόνο συνεχώς (Real-time Continuous Glucose Monitoring, rtCGM) με δυνατότητα ανάλυσης, κοινοποίησης από απόσταση των αποτελεσμάτων μέσω πιστοποιημένου cloud σε έναν επαγγελματία υγείας ή φροντιστή/γονέα και προειδοποίησης του χρήστη με αυτοματοποιημένους συναγερμούς για υψηλά/χαμηλά επίπεδα γλυκόζης. Το βασικό πλεονέκτημα της rtCGM είναι ότι προειδοποιεί τους χρήστες για το ενδεχόμενο επικείμενης υπογλυκαιμίας ή υπεργλυκαιμίας.

Σε εκείνα που δε εμφανίζουν δεδομένα στο χρήστη σε πραγματικό χρόνο (Professional CGM) και η ανάλυση πραγματοποιείται μετά την περίοδο καταγραφής, από τους επαγγελματίες υγείας. Απαιτείται βαθμονόμηση 2-3 φορές ημερησίως.

Δύο μεγάλες μελέτες, η μελέτη DIAMOND, που αφορούσε άτομα με ΣΔ τύπου 1 και 2, και η μελέτη GOLD, που αφορούσε άτομα με ΣΔ τύπου 1, απέδειξαν τα οφέλη της rtCGM. Και στις δύο μελέτες, τα επίπεδα της HbA1c μειώθηκαν σημαντικά στην ομάδα της rtCGM έναντι της ομάδας της κλασικής αυτομέτρησης με τρύπημα του δακτύλου, με τις μεγαλύτερες μειώσεις HbA1c να επιτυγχάνονται στα άτομα με τα υψηλότερα αρχικά επίπεδα HbA1c (>9,0%). Επίσης, τα αποτελέσματα και από τις μελέτες DIAMOND και GOLD έδειξαν ότι η χρήση της rtCGM συσχετίστηκε με σημαντική μείωση του χρόνου σε υπογλυκαιμία, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της νύχτας. Πρόσφατα, η μελέτη ALERTT1 έδειξε ότι σε άτομα με ΣΔ τύπου 1  η μετάβαση από το isCGM σε rtCGM, μετά από 6 μήνες θεραπείας, οδήγησε σε βελτίωση του γλυκαιμικού τους ελέγχου με λιγότερες υπογλυκαιμίες.

Συνεχής καταγραφή γλυκόζης και χρόνος εντός στόχου

Ένα άλλο χαρακτηριστικό των συσκευών συνεχούς καταγραφής είναι  ότι παρέχουν δεδομένα για τον «χρόνο εντός στόχου» (time in range, TIR), δηλαδή το ποσοστό του χρόνου για τον οποίο η τιμή της γλυκόζης του ασθενούς βρίσκεται εντός του θεραπευτικού στόχου που έχει ορισθεί στα  70-180 mg/dl καθώς και του ποσοστού του χρόνου κατά τον οποίο ο ασθενής βρίσκεται σε υπογλυκαιμία (επίπεδα γλυκόζης μεταξύ 54-70 mg/dl με ή χωρίς συμπτώματα καθώς και επίπεδα <54 mg/dl με ή χωρίς συμπτώματα). Σύμφωνα με τις τελευταίες κατευθυντήριες οδηγίες ο χρόνος εντός στόχου θα πρέπει να είναι άνω του 70%, τιμή που αντιστοιχεί σε HbA1c 7,0% στα άτομα με ΣΔ τύπου 1 και 6,7% στα άτομα με ΣΔ τύπου 2 [24]. Μάλιστα, αύξηση του TIR κατά 10% αντιστοιχεί σε μείωση της  HbA1c κατά 0,5%. Όσον αφορά το χρόνο σε κατάσταση υπογλυκαιμίας (<70 mg/dl) αυτός δεν θα πρέπει να ξεπερνά το 4%. Όσον αφορά το χρόνο που ο ασθενής έχει επίπεδα γλυκόζης <54 mg/dl αυτός δεν θα πρέπει να ξεπερνά το 1%.

Υπάρχει έντονο ερευνητικό ενδιαφέρον για την αντιστοιχία του TIR και της HbA1c καθώς και του ευνοϊκού αποτελέσματος που ενδέχεται να έχει στις διαβητικές επιπλοκές. Μάλιστα, πρόσφατες μελέτες απέδειξαν ισχυρή σύνδεση ανάμεσα στο TIR και στις μικροαγγειακές διαβητικές επιπλοκές ιδιαίτερα τη μικροαλβουμινουρία, την αμφιβληστροειδοπάθεια και τη διαβητική νευροπάθεια. 

Εξελίξεις στα συστήματα συνεχούς καταγραφής γλυκόζης

Dexcom G7

Σε αντίθεση με τα έως τώρα μοντέλα της Dexcom, ο αισθητήρας G7 θα είναι μιας χρήσεως και μικρότερος έως και 60% σε μέγεθος σε σχέση με τους προηγούμενους αισθητήρες της εταιρείας. Αυτό σημαίνει ότι όταν η διάρκεια ζωής του πομπού τελειώσει, μετά από 14 έως 15 ημέρες, θα απορρίπτεται ολόκληρη η μονάδα λειτουργίας του CGM.  Ένα άλλο βασικό πλεονέκτημα του αισθητήρα είναι ότι δεν θα χρειάζεται βαθμονόμηση. Στα πλάνα της εταιρεία Dexcom είναι να συμπεριλάβει στον αισθητήρα G7 λογισμικό που να αφορά τη διαχείριση και χορήγηση ινσουλίνης, πληροφορίες για τις δόσεις καθώς και ενδείξεις που να βοηθούν τους χρήστες να βελτιώσουν τη διαχείριση της παρακολούθησης των επιπέδων γλυκόζης. 

Abbott FreeStyle Libre 3

Το FreeStyle Libre 2 της εταιρείας Abbott Diabetes είναι διαθέσιμο από το 2020, δίνοντας τη δυνατότητα συναγερμών/ειδοποιήσεων πραγματικού χρόνου στις υψηλές και χαμηλές τιμές γλυκόζης. Ωστόσο, οι χρήστες πρέπει να σκανάρουν τον αισθητήρα με την ειδική συσκευή ή το κινητό τους τηλέφωνο για να δουν τις τιμές του σακχάρου τους. Σύντομα αναμένουμε το Freestyle Libre 3, το οποίο είναι μικρότερο σε διάμετρο και πιο λεπτό σε πάχος σε σχέση με τις προηγούμενες συσκευές. Σύμφωνα με την εταιρεία θα υπάρχει 70% μείωση στο μέγεθος. Το Libre 3 θα αναγνωρίζει σε πραγματικό χρόνο τις τιμές γλυκόζης, οι οποίες θα εμφανίζονται μέσω εφαρμογών κινητών iPhone ή Android με παράλληλη ειδοποίηση του χρήστη σε χαμηλές ή υψηλές τιμές γλυκόζης. Χάρη σε αυτό το χαρακτηριστικό, το Freestyle Libre 3 θα μπορεί να ενσωματωθεί σε αντλίες ινσουλίνης κλειστού κυκλώματος.

Eversense 180-day 

Το σύστημα CGM Eversense, της εταιρίας Senseonics, Inc., είναι το πρώτο εμφυτεύσιμο υποδόριο CGM, διάρκειας 3 μηνών. Εγκρίθηκε από τον FDA το 2019 για χρήση σε άτομα με ΣΔ τύπου 1 και 2 ηλικίας άνω των 18 ετών. Η επόμενη έκδοση της CGM Eversense βρίσκεται υπό ανάπτυξη θα επιτρέπει την εμφύτευση του ίδιου μικροσκοπικού αισθητήρα για 180 ημέρες (ή 6 αντί για 3 μήνες). Σύμφωνα πάντα με την εταιρεία,  η έκδοση αυτή θα μειώσει τον αριθμό των βαθμονομήσεων που απαιτούνται με το δάχτυλο από δύο σε μόλις μία την ημέρα.

Συμπερασματικά

Συμπερασματικά, η πρόοδος της τεχνολογίας κατά την τελευταία δεκαετία έχει οδηγήσει σε πληθώρα θεραπευτικών επιλογών, κυρίως, για τους ασθενείς με ΣΔ τύπου 1. Στόχος των τεχνολογικών αυτών εξελίξεων είναι η βελτίωση της ρύθμισης των επιπέδων γλυκόζης με απώτερο στόχο τη βελτίωση της ποιότητας ζωής και της καθημερινότητας των ατόμων με ΣΔ. 


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Abdi A, Jalilian M, Sarbarzeh PA, et al. Diabetes and COVID-19: a systematic review on the current evidence. Diabetes Res Clin Pract 2020;166:108347.

2. American Diabetes Association. Improving care and promoting health in populations: standards of medical care in diabetes – 2020. Diabetes Care 2020; 43 1):S7–S13.

3. American Diabetes Association. 7. Diabetes technology: standards of medical care in diabetes. Diabetes Care 2020;43:S77–S88.

4. Heinemann L, Schoemaker M, Schmelzeisen-Redecker G, et al. Benefits and limitations of MARD as a performance parameter for continuous glucose monitoring in the interstitial space. J Diabetes Sci Tech 2020; 14:135–150.

5. Seyed Ahmadi S, Westman K, Pivodic A, et al. The association between HbA1c and time in hypoglycemia during CGM and self-monitoring of blood glucose in people with type 1 diabetes and multiple daily insulin injections: a randomized clinical trial (GOLD-4). Diabetes Care 2020;43:2017–2024.

6. Visser M, Charleer S, Fieuws S, et al. Comparing real-time and intermittently scanned continuous glucose monitoring in adults with type 1 diabetes (ALERTT1): a 6-month, prospective, multicentre, randomised controlled trial. Lancet 2021;397:2275-2283. 

7. Mayeda L, Katz R, Ahmad I, et al. Glucose time in range and peripheral neuropathy in type 2 diabetes mellitus and chronic kidney disease. BMJ Open Diab Res Care. 2020;8(1):e000991.

8. Garg SK, Kipnes M, Castorino K, et al. Accuracy and Safety of Dexcom G7 Continuous Glucose Monitoring in Adults with Diabetes. Diabetes Technol Ther 2022 Feb 21. 

9. Wilmot EG, Evans M, Barnard-Kelly et al. Flash glucose monitoring with the FreeStyle Libre 2 compared with self-monitoring of blood glucose in suboptimally controlled type 1 diabetes: the FLASH-UK randomised controlled trial protocol. BMJ Open 2021;11:e050713. 

10. Al Hayek AA, Robert AA, Al Dawish MA. Effectiveness of the freestyle libre 2 flash glucose monitoring system on diabetes-self-management practices and glycemic parameters among patients with type 1 diabetes using insulin pump. Diabetes Metab Syndr 2021;15:102265.

11. Irace C, Cutruzzolà A, Tweden K, et al. Device profile of the eversense continuous glucose monitoring system for glycemic control in type-1 diabetes: overview of its safety and efficacy. Expert Rev Med Devices 2021;18:909-914. 

12. Garg SK, Liljenquist D, Bode B, et al. Evaluation of Accuracy and Safety of the Next-Generation Up to 180-Day Long-Term Implantable Eversense Continuous Glucose Monitoring System: The PROMISE Study. Diabetes Technol Ther 2022;24:84-92.

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Νέες τεχνολογίες στη χορήγησης ινσουλίνης
31 Μαΐου 2022
Νέες τεχνολογίες στη χορήγησης ινσουλίνης
Αθανασία K. Παπαζαφειροπούλου 
Α΄ Παθολογικό Τμήμα & Διαβητολογικό Κέντρο Γ.Ν.Π. Τζάνειο, Πειραιάς

Έξυπνες πένες ινσουλίνης 
Πρόσφατα έγιναν διαθέσιμες στις ΗΠΑ οι «έξυπνες» πένες ινσουλίνης, οι οποίες θα παρέχουν δεδομένα για το ιστορικό και το χρονοδιάγραμμα των δόσεων ινσουλίνης σε βάθος χρόνου, τα οποία μπορούν μέσω  Bluetooth να αποθηκευτούν σε μια κεντρική βάση δεδομένων και με τον τρόπο αυτό να έχει ο θεράπων ιατρός πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τη χορήγηση ινσουλίνης από το άτομο με ΣΔ. Σε μια προοπτική μελέτη παρατήρησης, η χρήση της «έξυπνης» πένας ινσουλίνης είχε ως αποτέλεσμα σημαντικά βελτιωμένο TIR, με ταυτόχρονη μείωση του χρόνου σε υπεργλυκαιμία, καθώς και του αριθμού των χαμένων bolus δόσεων. Οι «έξυπνες» πένες ινσουλίνης έχουν τη δυνατότητα να υπολογίζουν τη συνιστώμενη δόση ινσουλίνης με βάση τους υδατάνθρακες του γεύματος που καταχωρεί το άτομο με ΣΔ και να παρακολουθούν το ιστορικό δόσεων ινσουλίνης προκειμένου να αποφευχθούν λάθη. Τέλος, η σύνδεση τους με CGM ενδέχεται να βοηθήσει περαιτέρω τη διαχείριση του ΣΔ.
Πρόσφατα, η Medtronic ανακοίνωσε την κυκλοφορία της «έξυπνης» πένας ινσουλίνης InPen, στην οποία έχει ενσωματώσει το σύστημα CGM Guardian Connect. Η «έξυπνη» πένα ινσουλίνης InPen μπορεί να υπολογίσει τις δόσεις ινσουλίνης με βάση το τρέχον επίπεδο γλυκόζης στο αίμα, την ποσότητα των υδατανθράκων ανάλογα με τον τύπο και/ή το μέγεθος του γεύματος, την ενεργή ινσουλίνη, την αναλογία ινσουλίνης/υδατανθράκων, την ευαισθησία στην ινσουλίνη και να παρέχει ειδοποίηση για τη χορήγηση της βασικής ινσουλίνης. Προς το παρόν με την «έξυπνη» πένα ινσουλίνης InPen μπορούν να χορηγηθούν οι ταχείας δράσης ινσουλίνες Humalog, Novorapid και Fiasp, αν και προβλέπεται στο μέλλον να μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για τη χορήγηση βασικής ινσουλίνης.   
Medtronic MiniMed™ 780G
Το μοντέλο της Medtronic MiniMed™ 640G είναι το πρώτο παγκοσμίως εγκεκριμένο και ασφαλές σύστημα που συνδυάζει τα οφέλη της CGM με την αντλία ινσουλίνης κλείνοντας το κύκλωμα και δίνοντας τη δυνατότητα δυναμικών αναστολών στο ενδεχόμενο της υπογλυκαιμίας και επανέναρξης της χορήγησης ινσουλίνης (Sensor Augmented Pump Therapy – SAP). Το υβριδικό τεχνητό πάγκρεας αποτελεί το επόμενο βήμα στη φαρέτρα των θεραπευτικών επιλογών του ΣΔ και αποτελεί ένα σύστημα πολλά υποσχόμενο στη πρόληψη των υπογλυκαιμιών αλλά και στην καλύτερη διαχείριση των τιμών σακχάρου συνολικά. Το υβριδικό σύστημα Medtronic MiniMed™ 780G έχει όλα τα χαρακτηριστικά των προηγούμενων τεχνολογιών αλλά διαθέτει έναν εξελιγμένο αλγόριθμο όπου με βάση τα κυμαινόμενα επίπεδα γλυκόζης  αυτορρυθμίζει τα επίπεδα έγχυσης ινσουλίνης, αναπροσαρμόζοντας το ρυθμό βασικής έγχυσης ινσουλίνης ανά 5 λεπτά (SmartGuardTM - Auto Mode). Επιπλέον διαθέτει τη δυνατότητα χορήγησης μικροδόσεων ινσουλίνης μεταγευματικά (micro-bolus), βοηθώντας το χρήστη, σε περίπτωση εσφαλμένου υπολογισμού των υδατανθράκων ενός γεύματος, να καλύψει τις μεταγευματικές υπεργλυκαιμίες. Με αυτό το σύστημα, οι χρήστες έχουν ένα επιπλέον επίπεδο κάλυψης για τις φορές που υπολογίζουν εσφαλμένα τους υδατάνθρακες τους ή ξεχνούν να χορηγήσουν πριν την έναρξη του γεύματος την ινσουλίνη (pre-bolus), με έναν αλγόριθμο που διορθώνει αυτόματα την υψηλή γλυκόζη όταν χρειάζεται.
Το σύστημα Medtronic MiniMed™ 780G έχει προσαρμοσμένο εύρος επιθυμητών στόχων τιμών γλυκόζης μεταξύ 100 και 120 mg/dL και παρέχει τη δυνατότητα εφαρμογής διαφορετικών χρόνων διάρκειας ενεργής ινσουλίνης, σε αντίθεση με οποιοδήποτε άλλο κλειστό σύστημα διαθέσιμο ως τώρα. Τέλος, διαθέτει ενσωματωμένη την τεχνολογία της διαμοίρασης δεδομένων της αντλίας με απομακρυσμένους δέκτες/διαχειριστές της μέσω της τεχνολογίας Bluetooth, καθώς και τη δυνατότητα διασύνδεσης με επαγγελματίες υγείας ή φροντιστές εξ΄αποστάσεως. 
Omnipod 5 
Η Omnipod 5, όπως και τα προηγούμενα μοντέλα της εταιρείας, είναι μια αντλία ινσουλίνης αυτόνομη χωρίς καθετήρα έγχυσης ινσουλίνης που θα επιτρέπει την αυτόματη έγχυση ινσουλίνης και την προσαρμογή των δόσεων ινσουλίνης μέσω ενός “έξυπνου” αλγορίθμου. Η Omnipod 5 θα μπορεί να συνδέεται με τον αισθητήρα Dexcom G7 καθώς και με το FreeStyle Libre 3 και θα επιτρέπει τη διαχείριση των δόσεων ινσουλίνης μέσω εφαρμογών σε έξυπνες συσκευές (κινητό τηλέφωνο).
Σετ έγχυσης 7 ημερών της Medtronic 
Η Medtronic έλαβε άδεια από τον FDA τον Ιούλιο του 2021 για το νέο σετ έγχυσης, σχεδιασμένο να διαρκεί διπλάσιο χρόνο από τα υπάρχοντα σετ έγχυσης. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να φορεθεί στο σώμα έως και 7 ημέρες σε σύγκριση με τα υπάρχοντα σετ που πρέπει να αλλάζονται κάθε 2 ή 3 ημέρες. Το σετ εκτεταμένης χρήσης έχει επίσης μια πιο φιλική προς το δέρμα κόλλα σχεδιασμένη να επιτρέπει μεγαλύτερη και πιο άνετη επαφή στο σώμα. Σύμφωνα με μια ευρωπαϊκή μελέτη στην οποία συμμετείχαν 100 άτομα το νέο σετ έγχυσης ήταν πιο άνετο σε σύγκριση με τα προηγούμενα σετ έγχυσης και θεωρήθηκε ως σημαντική βελτίωση στη θεραπευτική τους διαχείριση. Τα κλινικά δεδομένα δείχνουν επίσης ότι τα άτομα που χρησιμοποιούν το νέο αυτό σετ έγχυσης μπορεί να εξοικονομήσουν 5 έως 10 φιαλίδια ινσουλίνης ετησίως, καθώς  μειώνει τις μονάδες ινσουλίνης που χάνονται λόγω αλλαγής του σετ έγχυσης κάθε λίγες μέρες. Οι λιγότερο συχνές αλλαγές του σετ έγχυσης επιτρέπουν επίσης στις θέσεις του δέρματος να ξεκουράζονται και με τον τρόπο αυτό να μειώνονται οι λιποδιστροφίες που εμποδίζουν την ομαλή απορρόφηση της ινσουλίνης.
Τεχνητό Πάγκρεας
To τεχνητό πάγκρεας αποτελεί ένα υπό εξέλιξη σύστημα το οποίο θα εξασφαλίζει την ελάχιστη παρέμβαση του χρήστη για τη λειτουργία του. Στο τομέα αυτό υπάρχουν δύο κατηγορίες συστημάτων που είναι υπό ανάπτυξη:
Η εξέλιξη του κλειστού υβριδικού συστήματος που κάνει χρήση μόνο της ορμόνης ινσουλίνης (μονορμονικό κύκλωμα) και αποσκοπεί σε ένα πλήρες αυτοματοποιημένο κλειστό σύστημα που θα λαμβάνει υπόψιν τις προσωπικές παραμέτρους του χρήστη.
Το  βιονικό σύστημα στο οποίο θα υπάρχει επιπλέον η δυνατότητα χρήσης γλυκαγόνης (διορμονικό κύκλωμα).
Σε μελέτη, διάρκειας  11 ημερών σε 43 ενήλικες με ΣΔ τύπου 1, στην οποία χρησιμοποιήθηκε το διορμονικό κλειστό κύκλωμα σε σύγκριση με την απλή αντλία ινσουλίνης, παρατηρήθηκε αύξηση του  TIR για τη γλυκόζη (78% έναντι 62%) και, αντίθετα μειώθηκε ο χρόνος σε υπογλυκαιμία (0,6% έναντι 1,9%). Σε μια μικρότερη μελέτη, διάρκειας 5 ημερών, στην οποία συμμετείχαν 32 έφηβοι με ΣΔ τύπου 1, η χρήση του διορμονικού κλειστού κυκλώματος συνοδεύτηκε από αύξηση του TIR, αλλά όχι του χρόνου σε υπογλυκαιμία. 
Η πραμλιντίδη, ένα ανάλογο της αμυλίνης, εκκρίνεται μαζί με την ινσουλίνη από τα β-κύτταρα του παγκρέατος και μειώνει τα μεταγευματικά επίπεδα γλυκόζης επιβραδύνοντας την γαστρική κένωση. Η συγχορήγηση της σε σταθερή αναλογία πραμλιντίδη:ινσουλίνη μέσω κλειστού κυκλώματος αξιολογήθηκε σε μία μελέτη διάρκειας 24 ωρών σε ενήλικες με ΣΔ τύπου 1. Η συγχορήγηση μέσω κλειστού κυκλώματος πραμλιντίδης:ινσουλίνης είχε ως  αποτέλεσμα τη βελτίωση του  TIR (84% έναντι 74%) κατά τη διάρκεια της ημέρας. Τα γαστρεντερικά συμπτώματα ήταν η πιο συχνά αναφερόμενη ανεπιθύμητη ενέργεια από τη χρήση του κλειστού κυκλώματος συγχορήγησης πραμλιντίδης:ινσουλίνης. Βέβαια αναμένονται τα αποτελέσματα περαιτέρω μελετών με τη συγχορήγηση πραμλιντίδης:ινσουλίνης μέχρι αυτή να βρει εφαρμογή στην καθημερινή κλινική πρακτική.
Συμπερασματικά
Συμπερασματικά, η πρόοδος της τεχνολογίας κατά την τελευταία δεκαετία έχει οδηγήσει σε πληθώρα θεραπευτικών επιλογών, κυρίως, για τους ασθενείς με ΣΔ τύπου 1. Στόχος των τεχνολογικών αυτών εξελίξεων είναι η βελτίωση της ρύθμισης των επιπέδων γλυκόζης με απώτερο στόχο τη βελτίωση της ποιότητας ζωής και της καθημερινότητας των ατόμων με ΣΔ. 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Adolfsson P, Hartvig NV, Kaas A, et al. Increased Time in Range and fewer missed bolus injections after introduction of a smart connected insulin pen. Diabetes Technol Ther. 2020;22:709–718.
2. Forlenza GP, Pinhas-Hamiel O, Liljenquist DR et al. Safety evaluation of the MiniMed 670G system in children 7-13 years of age with type 1 diabetes. Diabetes Technol Ther 2019;21:11–19. 
3. Bergenstal RM, Nimri R, Beck RW et al. A comparison of two hybrid closed-loop systems in adolescents and young adults with type 1 diabetes (FLAIR): a multicentre, randomised, crossover trial. Lancet 2021;397:208–219. 
4. Cobry EC, Berget C, Messer LH, Forlenza GP. Review of the Omnipod® 5 Automated Glucose Control System Powered by Horizon™ for the treatment of Type 1 diabetes. Ther Deliv 2020;11:507-519. 
5. Kwa T, Zhang G, Shepard K, Wherry K, Chattaraj S. The improved survival rate and cost-effectiveness of a 7-day continuous subcutaneous insulin infusion set. J Med Econ 2021;24:837-845.
6. Haidar A, Tsoukas MA, Bernier-Twardy S et al. A novel dual-hormone insulin-and-pramlintide artificial pancreas for type 1 diabetes: A randomized controlled crossover trial. Diabetes Care 2020;43:597–606. 



ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Oral antidiabetes agents for the management of inpatient hyperglycaemia: so far, yet so close
04 Μαρτίου 2022
Oral antidiabetes agents for the management of inpatient hyperglycaemia: so far, yet so close
T Koufakis, O G Mustafa, P Zebekakis , K Kotsa

Abstract
Background: Hyperglycaemia is an ongoing challenge in hospital settings and is associated with poor outcomes. Current recommendations for the management of inpatient hyperglycaemia suggest insulin as the main glucose-lowering treatment choice and limit the administration of oral antidiabetes agents to a small proportion of cases because of safety concerns.

Aim: To present and critically appraise the available evidence on the use of oral antidiabetes agents in the hospital setting and the risk-benefit balance of such an approach in the era of cardiovascular outcomes trials.

Methods: PubMed, Embase and Google Scholar databases were searched to identify relevant published work. Available evidence on the efficacy and the safety profile of oral agents in the context of their use in hospitalized individuals are summarized and discussed in this narrative review.

Results: There is no robust evidence to suggest the use of metformin, thiazolidinediones, sulfonylureas and sodium-glucose co-transporter-2 inhibitors in the hospital setting, although some of their effects on acute outcomes deserve further evaluation in future studies. However, the use of dipeptidyl peptidase-4 inhibitors in inpatients with type 2 diabetes is supported by a few, well-designed, randomized controlled trials. These trials have demonstrated good safety and tolerability profiles, comparable to insulin glucose-lowering efficacy, and a reduction in insulin dose when dipeptidyl peptidase-4 inhibitors are co-administered with insulin, in individuals with mild to moderate hyperglycaemia and a stable clinical condition.

Conclusion: The administration of dipeptidyl peptidase-4 inhibitors to specific groups of inpatients might be a safe and effective alternative to insulin.



ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Should the last be first? Questions and dilemmas regarding early short-term insulin treatment in Type 2 Diabetes Mellitus
04 Μαρτίου 2022
Should the last be first? Questions and dilemmas regarding early short-term insulin treatment in Type 2 Diabetes Mellitus
Theocharis Koufakis, Spyridon N Karras, Pantelis Zebekakis, Ramzi Ajjan , Kalliopi Kotsa

Abstract
Introduction: Early short-term insulin treatment (STIT), defined as insulin administration shortly after diabetes diagnosis for only a brief period of time, is an alternative concept, aiming to entirely revise the perspective of type 2 diabetes (T2DM) management.

Areas covered: The present review intends to summarize what is already known regarding early STIT in T2DM and highlight questions and dilemmas from the clinician's point of view, with a discourse on future research agenda.

Expert opinion: STIT has the potential to modify the natural history of T2DM, resulting in improved drug-free remission rates by favorably affecting the underlying pathophysiology of the disease. Existing data in the field manifest significant weaknesses, mainly being the small number of trials and patients included, the lack of control groups in most studies and the wide heterogeneity between study designs and explored outcomes, which limit definitive conclusions. Therefore, before such a therapeutic strategy is incorporated into daily practice, important issues require further clarification by future trials. These issues include the optimal time point for the intervention, the ideal insulin type, the identification of patients being most likely to benefit, the STIT effects on cardiovascular and other clinical outcomes and the cost-effectiveness evaluation of this therapeutic strategy.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Prevention strategies for type 1 diabetes: a story of promising efforts and unmet expectations
04 Μαρτίου 2022
Prevention strategies for type 1 diabetes: a story of promising efforts and unmet expectations
Anna Kanta, Eliza Lyka, Theocharis Koufakis , Pantelis Zebekakis, Kalliopi Kotsa

Abstract
A number of studies have investigated primary and secondary prevention strategies for type 1 diabetes (T1D), since early interventions might improve long-term outcomes through the amelioration of immune processes and the preservation of beta-cell mass. Primary prevention trials focus on genetically at-risk individuals prior to the appearance of autoimmunity, whereas secondary prevention trials aim to halt the progression of complete beta-cell destruction in subjects with established islet autoimmunity (IA). Different approaches have been tested so far, focusing on both pharmaceutical (insulin and monoclonal antibodies) and non-pharmaceutical (vitamin D, omega-3 fatty acids, probiotics, and nicotinamide) interventions, as well as on environmental factors that are believed to trigger autoimmunity in T1D (cow's milk, gluten, and bovine insulin). Albeit certain strategies have displayed efficacy in reducing IA development rates, most efforts have been unsuccessful in preventing the onset of the disease in high-risk individuals. Moreover, significant heterogeneity in study designs, included populations, and explored outcomes renders the interpretation of study results challenging. The aim of this narrative review is to present and critically evaluate primary and secondary prevention strategies for T1D, seeking to fill existing knowledge gaps and providing insight into future directions.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Sodium-Glucose Co-transporter 2 Inhibitors Versus Metformin as the First-Line Treatment for Type 2 Diabetes: Is It Time for a Revolution?
04 Μαρτίου 2022
Sodium-Glucose Co-transporter 2 Inhibitors Versus Metformin as the First-Line Treatment for Type 2 Diabetes: Is It Time for a Revolution?
Theocharis Koufakis, Athanasia Papazafiropoulou , Konstantinos Makrilakis , Kalliopi Kotsa 

Abstract
Sodium-glucose co-transporter 2 inhibitors (SGLT2i) have emerged as a promising therapeutic option for hyperglycemia and its complications. However, metformin remains the first-line pharmacological treatment in most algorithms for type 2 diabetes (T2D). Although metformin is generally believed to exert positive effects on cardiovascular (CV) outcomes, relevant data are mainly observational and potentially overinterpreted. Yet, it exerts numerous pleiotropic actions that favorably affect metabolism and diabetes comorbidities. CV outcome trials have demonstrated cardiorenal protection with SGLT2i among people at high CV risk and mostly on concomitant metformin therapy. However, post hoc analyses of these trials suggest that the cardiorenal effects of gliflozins are independent of background treatment and consistent across the full spectrum of CV risk. Considering the importance of addressing hyperglycemia as a means of preventing diabetic complications and significant knowledge gaps, particularly regarding the cost-effectiveness of SGLT2i in drug-naïve populations with T2D, the position of metformin in the management of people with diabetes at low CV risk remains solid for the moment. On the other hand, available evidence-despite its limitations-suggests that specific groups of people with T2D, particularly those with heart failure and kidney disease, could probably benefit more from treatment with SGLT2i. This narrative mini-review aims to discuss whether current evidence justifies the use of SGLT2i as the first-line treatment for T2D.


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Sodium-glucose co-transporter 2 inhibitors in COVID-19: meeting at the crossroads between heart, diabetes and infectious diseases
04 Μαρτίου 2022
Sodium-glucose co-transporter 2 inhibitors in COVID-19: meeting at the crossroads between heart, diabetes and infectious diseases
Theocharis Koufakis, Antonis N Pavlidis, Symeon Metallidis, Kalliopi Kotsa
 
Abstract
Sodium-glucose co-transporter 2 inhibitors (SGLT2i) are a new class of glucose-lowering agents which have changed the landscape of diabetes therapy, due to their remarkable cardiorenal protective properties. The attack of severe acute respiratory syndrome coronavirus 2 on the heart and kidneys shares similarities with diabetes; therefore, the notion that SGLT2i might have a role in the future management of Coronavirus Disease 2019 (COVID-19) is based on a solid pathophysiological hypothesis. SGLT2i have been proved to decrease the expression of proinflammatory cytokines, ameliorate oxidative stress and reduce sympathetic activity, thus resulting in downregulation of both systemic and adipose tissue inflammation. On the other hand, they have been linked to an increased risk of euglycemic diabetic ketoacidosis. Therefore, the efficacy and safety of SGLT2i in COVID-19 are still debatable and remain to be clarified by ongoing randomized trials, to assess whether the benefits of treatment with these drugs outweigh the potential risks.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
The effect of vitamin D supplementation on glycemic status of elderly people with prediabetes: a 12-month open-label, randomized-controlled study
04 Μαρτίου 2022
The effect of vitamin D supplementation on glycemic status of elderly people with prediabetes: a 12-month open-label, randomized-controlled study
Evangelia Zaromytidou , Theocharis Koufakis2, Georgios Dimakopoulos3, Despina Drivakou, Stavroula Konstantinidou , Vasiliki Antonopoulou , Maria Grammatiki , Eleni Manthou, Ioannis Iakovou, Anna Gotzamani-Psarrakou, Kalliopi Kotsa 

Abstract

Background: Data on the efficacy of vitamin D in improving the glycemic status of elderly people with prediabetes are scarce. This open-label, randomized-controlled trial investigated the effect of vitamin D supplementation on glycemic markers of Greek people with prediabetes aged 60 years or above, over 12 months.

Research design and methods: Participants were randomized to a weekly vitamin D3 dose of 25,000 IU (n = 45) or nothing (n = 45), on top of lifestyle measures. Anthropometric and glycemic markers were assessed at baseline, 3, 6, and 12 months.

Results: Supplemented participants demonstrated a significant increase in 25(OH)D concentrations at 3, 6, and 12 months compared to baseline . In the intervention group, fasting glucose was decreased at 6 months compared to baseline (96.12 ± 5.51 vs 103.40 ± 12.05 mg/dl, p < 0.01) and glycated hemoglobin was significantly lower at 6 and 12 months compared to baseline [5.82 ± 0.21% vs 5.87 ± 0.21%, p = 0.004 and 5.80 ± 0.23% vs 5.87 ± 0.21%, p < 0.001, respectively].

Conclusions: Vitamin D could be complementary to lifestyle change strategy for the management of prediabetes in the elderly.


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Therapeutic approaches for latent autoimmune diabetes in adults: One size does not fit all
04 Μαρτίου 2022
Therapeutic approaches for latent autoimmune diabetes in adults: One size does not fit all
Theocharis Koufakis, Niki Katsiki, Pantelis Zebekakis , George Dimitriadis, Kalliopi Kotsa

Abstract 
Recent advances in the understanding of latent autoimmune diabetes in adults (LADA) pathophysiology make it increasingly evident that people with LADA comprise a heterogenous group of patients. This makes the establishment of a standard treatment algorithm challenging. On top of its glucose-lowering action, insulin may exert anti-inflammatory effects, rendering it an attractive therapeutic choice for a type of diabetes in which autoinflammation and beta cell insufficiency play major pathogenetic roles. However, there is growing evidence that other antidiabetic drugs, such as metformin, dipeptidyl peptidase-4 inhibitors, glucagon-like peptide-1 receptor agonists, and thiazolidinediones, might have a role in optimizing glycemic control and preserving beta cell function in individuals with LADA, either alone or in combination with insulin. Although most of these drugs have been routinely used in the daily clinical setting for years, large prospective randomized trials are needed to assess whether they are capable of delaying progression to insulin dependence as well as their effects on diabetic complications. The aim of the present review is to discuss the current state and future perspectives of LADA therapy, emphasizing the need for individualized and patient-centered therapeutic approaches.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
The use of sodium-glucose co-transporter 2 inhibitors in the inpatient setting: Is the risk worth taking?
04 Μαρτίου 2022
The use of sodium-glucose co-transporter 2 inhibitors in the inpatient setting: Is the risk worth taking?
Theocharis Koufakis , Omar G Mustafa, Ramzi A Ajjan, Xavier Garcia-Moll, Pantelis Zebekakis , George Dimitriadis , Kalliopi Kotsa

Abstract

What is known and objective: In the outpatient setting, sodium-glucose co-transporter 2 inhibitors (SGLT2i) are recognized as effective agents to optimize glycaemia and also developing robust evidence for cardiovascular (CV) and renal protection in people with type 2 diabetes, particularly those at higher risk. However, data on the safety and efficacy of these drugs in hospitalized patients remain limited. The purpose of this review is to discuss the balance between risks and benefits of SGLT2i use in the inpatient setting.

Methods: PubMed, Embase and Google Scholar databases were searched to identify relevant published work. Available evidence on the mechanisms of action and the safety profile of SGLT2i in the context of their use in hospitalized individuals are summarized and discussed in this narrative review.

Results and discussion: The rationale behind the use of these agents in the inpatient setting is based on the low risk of hypoglycaemia, the practical dosing scheme and the potential to decrease subsequent heart failure admission rates. In addition, data from animal studies indicate the ability of SGLT2i to ameliorate oxidative stress, suppress sympathetic activity, enhance autophagy and promote cardiac remodelling, when administered in the acute phase of CV episodes. On the other hand, these drugs have been linked to specific adverse events related to their mechanism of action, including an increased risk of euglycaemic diabetic ketoacidosis and volume depletion, which raises concerns over their usefulness in inpatients, particularly individuals with multimorbidities.

What is new and conclusion: Potential benefits deriving from the use of SGLT2i in the inpatient setting cannot mitigate possible risks, at least until robust evidence on their efficacy in hospitalized individuals become available. The concept of administering these agents in the acute phase of CV episodes, in people with or without diabetes, requires further evaluation in appropriately designed clinical studies.


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Treating latent autoimmune diabetes in adults in the era of cardiovascular outcomes trials: Old dog should learn new tricks
04 Μαρτίου 2022
Treating latent autoimmune diabetes in adults in the era of cardiovascular outcomes trials: Old dog should learn new tricks
Theocharis Koufakis, Prashanth Vas, Kalliopi Kotsa 

Abstract
Background: Latent autoimmune diabetes in adults (LADA) is characterised by pathophysiological and clinical heterogeneity. Hence, the optimal treatment strategy for this type of diabetes remains a clinical challenge.

Aim: To discuss the potential of a modern therapeutic approach for LADA in the context of the novel findings of cardiovascular outcomes trials and stress the controversies surrounding LADA and the barriers in the effective management of people with this type of diabetes.

Methods: We performed a literature search in major biomedical databases in order to retrieve relevant literature. The results of key studies, along with the authors' clinical experience and perspective, are summarised and discussed in this narrative, mini review article.

Results: Insulin remains the primary treatment choice in individuals with low C-peptide levels. Although cardiovascular outcomes trials have mainly recruited participants with type 2 diabetes, recent data suggest that the cardiorenal protective properties of the new therapies are even present in people without diabetes and thus, the extrapolation of their results on LADA individuals sounds reasonable. Therefore, sodium-glucose co-transporter 2 inhibitors (SGLT2is) and glucagon-like peptide-1 receptor agonists should be considered for the management of people with preserved insulin production being at high cardiovascular risk. The risk of diabetic ketoacidosis with SGLT2is requires increased vigilance by treating physicians.

Conclusions: Individualisation, preservation of beta-cell mass and function and cardiorenal protection are the new challenges in LADA therapy.


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Type 2 diabetes management in people aged over seventy-five years: targets and treatment strategies
04 Μαρτίου 2022
Type 2 diabetes management in people aged over seventy-five years: targets and treatment strategies
Theocharis Koufakis, Maria Grammatiki, Kalliopi Kotsa 

Abstract

Older people (those aged 65 years or more) with diabetes comprise a heterogenous group of patients with special needs and features; this is particularly true for those aged 75 years or more. It is important that individualized glycemic targets be adopted in this population, after considering life expectancy, presence of diabetic complications and other comorbidities. In general, less rigorous targets and avoidance of overtreatment seems to be a reasonable strategy in daily clinical settings. There is a paucity of data regarding the efficacy and safety of various hypoglycemic agents, especially for those aged over 75. The evidence suggests that sulfonylureas and insulin regimens should be used with caution due to a high risk of hypoglycemia. Dipeptidyl peptidase-4 inhibitors are a good choice for the management of diabetes in older age groups, although a warning against the use of specific agents in people with heart failure is valid. There are insufficient data to decide whether the cardiorenal protective properties of sodium-glucose co-transporter 2 inhibitors outweigh the risks associated with these drugs. The use of glucagon-like peptide-1 receptor agonists by older patients is supported not only by their good safety and efficacy profiles, but also by their potential to improve glucose-independent outcomes, through their pleiotropic actions. The aim of this narrative review is to summarize the evidence on glycemic targets and optimal therapeutic approaches for older patients with type 2 diabetes and discuss the risk-benefit balance of various therapeutic approaches in this group.



ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Η θέση της ασπιρίνης στην πρωτογενή πρόληψη της καρδιαγγειακής νόσου σε άτομα με σακχαρώδη διαβήτη
04 Μαρτίου 2022
Η θέση της ασπιρίνης στην πρωτογενή πρόληψη της καρδιαγγειακής νόσου σε άτομα με σακχαρώδη διαβήτη
Γ. Αθανασάκης, Α.Κ. Παπαζαφειροπούλου

Α΄ Παθολογική Κλινική και Διαβητολογικό Κέντρο, «Τζάνειο» Γενικό Νοσοκομείο Πειραιά, Πειραιάς

Είναι γνωστό ότι οι ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων σε σύγκριση με τους μη διαβητικούς. Παρ' όλο που ο προστατευτικός ρόλος της ασπιρίνης στη δευτερογενή πρόληψη των καρδιαγγειακών συμβαμάτων σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη είναι αποδεδειγμένος, ο ρόλος της στην πρωτογενή πρόληψη δεν είναι σαφής από τα αποτελέσματα μεγάλων κλινικών μελετών και μετα-αναλύσεων. Οι παρατηρούμενες διαφορές μπορούν να εξηγηθούν από τις διαφορές μεταξύ των διαφορετικών καρδιαγγειακών παραγόντων κινδύνου, τις περιόδους παρακολούθησης, την ηλικία και το φύλο των υπό μελέτη πληθυσμών. Πρόσφατα, τα αποτελέσματα της κλινικής δοκιμής ASCEND σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη έδειξαν καρδιαγγειακό όφελος της ασπιρίνης για πρωτογενή πρόληψη, με αυξημένο ωστόσο αιμορραγικό κίνδυνο, που μπορεί να υπερβαίνει το παρατηρούμενο καρδιαγγειακό όφελος. Επομένως, οι πρόσφατες κατευθυντήριες οδηγίες συνιστούν τη χρήση της για την πρωτογενή πρόληψη σε ασθενείς με και χωρίς σακχαρώδη διαβήτη υπό συγκεκριμένους όρους. Τέλος, ο σκοπός του παρόντος άρθρου είναι να γίνει μια σύνοψη της υπάρχουσας βιβλιογραφίας σχετικά με τον ρόλο της ασπιρίνης στην πρωτογενή πρόληψη καρδιαγγειακών νοσημάτων σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη. 

Αρχ Ελλ Ιατρ, 39(1), Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2022, 17-23
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Role of dipeptidyl peptidase 4 inhibitors in the new era of antidiabetic treatment
28 Φεβρουαρίου 2022
Role of dipeptidyl peptidase 4 inhibitors in the new era of antidiabetic treatment
Matilda Florentin, Michael S Kostapanos, Athanasia K Papazafiropoulou

The last few years important changes have occurred in the field of diabetes treatment. The priority in the therapy of patients with diabetes is not glycemic control per se rather an overall management of risk factors, while individualization of glycemic target is suggested. Furthermore, regulatory authorities now require evidence of cardiovascular (CV) safety in order to approve new antidiabetic agents. The most novel drug classes, i.e., sodium-glucose transporter 2 inhibitors (SGLT2-i) and some glucagon-like peptide-1 receptor agonists (GLP-1 RA), have been demonstrated to reduce major adverse CV events and, thus, have a prominent position in the therapeutic algorithm of hyperglycemia. In this context, the role of previously used hypoglycemic agents, including dipeptidyl peptidase 4 (DPP-4) inhibitors, has been modified. DPP-4 inhibitors have a favorable safety profile, do not cause hypoglycemia or weight gain and do not require dose uptitration. Furthermore, they can be administered in patients with chronic kidney disease after dose modification and elderly patients with diabetes. Still, though, they have been undermined to a third line therapeutic choice as they have not been shown to reduce CV events as is the case with SGLT2-i and GLP-1 RA. Overall, DPP-4 inhibitors appear to have a place in the management of patients with diabetes as a safe class of oral glucose lowering agents with great experience in their use. 

World J Diabetes. 2022 Feb 15;13(2):85-96. doi: 10.4239/wjd.v13.i2.85.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ